Στην Ελλάδα βρίσκονται ήδη από την περασµένη εβδοµάδα οι πρώτες 5.760 σειρές από του στόµατος θεραπειών κατά του νέου κορονοϊού και της λοίµωξης COVID-19.

Πρόκειται για το αντιιικό φαρµακευτικό σκεύασµα µε την εµπορική ονοµασία «Lagevrio» (µολνουπιραβίρη), το οποίο αναπτύχθηκε από την αµερικανική φαρµακευτική εταιρεία Merck, γνωστή στη χώρα µας µε την ονοµασία MSD, σε συνεργασία µε τη Ridgeback Biotherapeutics.

Οι πρώτες 5.760 σειρές θεραπειών της εταιρείας Merck (MSD), λοιπόν, θα χορηγηθούν άµεσα, στο πλαίσιο κλινικής µελέτης, σε εξωνοσοκοµειακούς ασθενείς στη χώρα µας. Η αδειοδότηση του φαρµάκου από τον Ευρωπαϊκό Οργανισµό Φαρµάκων (ΕΜΑ) αναµένεται εντός του τρέχοντος Ιανουαρίου, ενώ έχει ήδη εγκριθεί από την αρµόδια ρυθµιστική Αρχή του Ηνωµένου Βασιλείου.

Η Επιτροπή Εµπειρογνωµόνων του υπουργείου Υγείας αναµένεται εντός των αµέσως προσεχών ηµερών να καθορίσει το πλαίσιο και το σχετικό θεραπευτικό πρωτόκολλο για τη χορήγηση του φαρµάκου σε ασθενείς υψηλού κινδύνου για σοβαρή νόσηση. Θα χορηγείται αµέσως µετά τη διάγνωση, προκειµένου να εµποδίσει τον ιό να αναπαραχθεί µέσα στον ανθρώπινο οργανισµό.

Από τις πρώτες χώρες

«Θα είµαστε από τις πρώτες ευρωπαϊκές χώρες που θα τα παραλάβουν και µε βάση τα πρωτόκολλα τα οποία θα καθορίσουν οι ειδικοί θα µπορούν να τα χορηγήσουν», ανέφερε χαρακτηριστικά την Πρωτοχρονιά ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο νοσοκοµείο αναφοράς της Αθήνας «Σωτηρία». Ετσι, επιβεβαιώνεται η αποκλειστική δήλωση του υπουργού Υγείας, Θάνου Πλεύρη, στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», τον ∆εκέµβριο, ότι το χάπι της Merck κατά του νέου κορονοϊού θα είναι πολύ σύντοµα διαθέσιµο και στη χώραµας.

Σύµφωνα µε τις οδηγίες που εξέδωσε ο EMA για τις εθνικές Αρχές που ενδέχεται να αποφασίσουν την πρώιµη χρήση του χαπιού της Merck, πριν από την άδεια κυκλοφορίας του, το φάρµακο µπορεί να χρησιµοποιηθεί για τη θεραπεία ενηλίκων µε κορονοϊό, που δεν χρειάζονται συµπληρωµατικό οξυγόνο και που διατρέχουν αυξηµένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά.

«Όχι» για κάτω των 18

∆εν εγκρίνεται για χρήση σε ασθενείς κάτω των 18 ετών, επειδή η µολνουπιραβίρη µπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη οστών και χόνδρων. Το Lagevrio θα πρέπει να χορηγείται το συντοµότερο δυνατό µετά τη διάγνωση της νόσου COVID-19 και εντός 5 ηµερών από την έναρξη των συµπτωµάτων. Το φάρµακο, που διατίθεται σε κάψουλες, θα πρέπει να λαµβάνεται δύο φορές ηµερησίως για πέντε ηµέρες.

Τα ενδιάµεσα αποτελέσµατα από την κύρια µελέτη σε µη νοσηλευόµενους, µη εµβολιασµένους ασθενείς µε τουλάχιστον µία υποκείµενη πάθηση που τους έθετε σε κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά αξιολογήθηκαν ως µέρος αυτής της συµβουλής. Το Lagevrio, όταν χορηγήθηκε σε δόση 800 mg δύο φορές την ηµέρα, µείωσε τον κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου, όταν η θεραπεία ξεκίνησε εντός πέντε ηµερών από την έναρξη των συµπτωµάτων.

Περίπου έναν µήνα µετά την έναρξη της θεραπείας, ο κίνδυνος νοσηλείας ή θανάτου σε άτοµα µε COVID-19 που διέτρεχαν µεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής νόσησης µειώθηκε από 14,1% στην οµάδα που έλαβε εικονικό φάρµακο (εικονική θεραπεία) σε 7,3% στην οµάδα που έλαβε το Lagevrio. Οσον αφορά την ασφάλεια του φαρµάκου, οι πιο συχνές ανεπιθύµητες ενέργειες που αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της θεραπείας και εντός 14 ηµερών µετά την τελευταία δόση του Lagevrio ήταν διάρροια, ναυτία, ζάλη και πονοκέφαλος.

Εγκυμοσύνη και θηλασμός

Το Lagevrio δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης, ούτε σε γυναίκες που µπορούν να µείνουν έγκυες και δεν χρησιµοποιούν αποτελεσµατική αντισύλληψη. Οι γυναίκες που µπορούν να µείνουν έγκυες πρέπει να χρησιµοποιούν αποτελεσµατική αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της θεραπείας και για τέσσερις ηµέρες µετά την τελευταία δόση του Lagevrio. Ο θηλασµός θα πρέπει να διακόπτεται κατά τη διάρκεια της θεραπείας και για τέσσερις ηµέρες µετά τη θεραπεία.

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 8 Ιανουαρίου.