«Πριν από κάποια χρόνια έβλεπα την πόρτα της φυλακής να κλείνει και εγώ να μένω πίσω με δάκρυα στα μάτια, να διαβάζω με το φως του καντηλιού στη φυλακή. Τώρα είμαι πολύ ευτυχισμένη, είμαι μητέρα, είμαι δικηγόρος, είμαι σύζυγος», τονίζει η Μαρίνα Γραμματικοπούλου, υποψήφια ευρωβουλευτής με το Ποτάμι στο παρελθόν, η οποία πέρασε 3,5 χρόνια στη φυλακή μέχρι να αθωωθεί. Μέσα στη φυλακή πήρε τη μεγάλη απόφαση να τα αλλάξει όλα. Να τελειώσει το σχολείο και να μπει στη Νομική. «Έδωσα εξετάσεις με χειροπέδες στα χέρια», θυμάται συγκινημένη.

Η ιστορία της Μαρίνας Γραμματικοπούλου είναι μια απόδειξη για το πόσο εύκολα η ζωή μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Η Μαρίνα γεννήθηκε στη Ρωσία, στη Μαύρη Θάλασσα και έμεινε εκεί μέχρι τα 6 της. Στη συνέχεια έφτασε με την οικογένειά της στη Θεσσαλονίκη. Άλλωστε οι παππούδες και οι γιαγιάδες της ήταν Έλληνες. Το 1989 πήραν την απόφαση και ήρθαν οικογενειακώς. Τα πρώτα χρόνια ήταν όμορφα, ευτυχισμένα. Τα προβλήματα όμως δεν άργησαν να φανούν. Οι γονείς της χώρισαν. Ο πατέρας της επέστρεψε στη Ρωσία και η μητέρα νοσηλευόταν σε ψυχιατρείο. Η Μαρίνα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο, μόλις τελείωσε το γυμνάσιο, μαζί με το όνειρο για σπουδές και να βρει δουλειά.

Και στα 21 της μια σύντομη ερωτική σχέση την έστειλε στη φυλακή. «Ήταν Πρωταπριλιά» θυμάται «αλλά αυτό που ακολούθησε μόνο πρωταπριλιάτικο αστείο δεν ήταν». Όπως αποδείχθηκε, τον άνθρωπο αυτόν με τον οποίο είχε σχέση δεν τον ήξερε καθόλου. Χρησιμοποιούσε πλαστά έγγραφα και ψεύτικο όνομα και διακινούσε ναρκωτικά. Τη μέρα εκείνη επέστρεφαν μαζί σπίτι. «Καθώς πλησιάζαμε την πολυκατοικία, 10 άτομα μας περικύκλωσαν με όπλα για να μας συλλάβουν. Βρήκαν ναρκωτικές ουσίες στον ακάλυπτο και βρίσκουν μόνο εμένα». Γύρισε να τον δει, να τον ρωτήσει τι συμβαίνει κι αυτός είχε εξαφανιστεί. Κατάφερε να διαφύγει και την άφησε μόνη. «Τα έχασα. Δεν ήξερα τίποτα και σκέφτηκα “θα το καταλάβουν και θα με αφήσουν ελεύθερη”. Κατέληξα στον Κορυδαλλό» εξομολογείται γυρίζοντας το χρόνο πίσω. Μοναδικό της στήριγμα η γιαγιά της, την οποία ντρεπόταν να δει στα μάτια.

Η πρώτη νύχτα

«Θυμάμαι την πρώτη νύχτα στον Κορυδαλλό… Άκουγα ένα κορίτσι που φώναζε και έκλαιγε από ένα διπλανό κελί. Φοβήθηκα. Το επόμενο πρωί, με το που ξύπνησα, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάω στη βιβλιοθήκη, να βρω τον Ποινικό Κώδικα και να τον διαβάσω προκειμένου να καταλάβω γιατί με προφυλάκισαν. Βρήκα μάλιστα νομολογία για την περίπτωσή μου, όπου σε παρόμοιες καταστάσεις το κορίτσι αθωώθηκε» τονίζει. Στη δική της περίπτωση η αθώωση άργησε να έρθει. «Η ποινή ήταν οκτώ χρόνια. Εγώ εξέτισα τριάμισι χρόνια. Στο μεταξύ συνέλαβαν αυτόν τον άνθρωπο, αθωώθηκα, αφού είχα εκτίσει την ποινή και αποζημιώθηκα από το κράτος». Μέσα στη φυλακή πήρε την απόφαση να τελειώσει το σχολείο και να δώσει εξετάσεις στη Νομική.

«Την πρώτη μέρα που πήγα στη βιβλιοθήκη δεν ήξερα ότι θέλω να γίνω δικηγόρος. Είχα ψάξει το νόμο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τον κώδικα δικηγόρων και είχα μάθει ότι δεν μπορούσα να ασκήσω τη δικηγορία ούσα καταδικασμένη. Όταν αθωώθηκα, όμως, πήρα την απόφαση να γίνω δικηγόρος. Διάβαζα για τη Νομική πολύ πριν μπω στη σχολή. Ήταν ένα όνειρο ζωής που εκπληρώθηκε. Θυμάμαι τη στιγμή που με πήρε τηλέφωνο η καθηγήτριά μου και μου είπε ότι έγραψα πολύ καλά και ναι, μπαίνω στη Νομική. Έπεσα στα γόνατα και ευχαριστούσα την Παναγία. Έκλαιγα από τη χαρά μου».

Με την αποζημίωση που έλαβε για τις βλάβες που υπέστη, μπόρεσε να σταθεί οικονομικά και να σπουδάσει στη Νομική. «Το πρώτο διάστημα στην Αθήνα έμενα σε ξενώνα της Εκκλησίας. Ήμουν υπότροφος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Για να μπορέσω να τα βγάλω πέρα οικονομικά, έπρεπε να εργάζομαι και να προσπαθώ με τα λίγα χρήματα που έβγαζα να σπουδάσω και να καλύψω τις ανάγκες μου».

Από τις πρώτες ακόμη ημέρες της στα έδρανα της Νομικής Σχολής Αθηνών δεν δίστασε να μοιραστεί την ιστορία της με συμφοιτητές και καθηγητές. Μετά την αποφοίτησή της πήγε με υποτροφία του Ιδρύματος Λάτση για μεταπτυχιακό στο Ευρωπαϊκό Οικονομικό Δίκαιο –με ειδίκευση στο Ευρωπαϊκό Τραπεζικό Δίκαιο– στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης.
Στη Νομική γνώρισε και το σύντροφό της, που στάθηκε δίπλα της και όπως λέει και η ίδια ήταν ιδιαίτερα υποστηρικτικός. «Τον γνώρισα όταν ήμουν φοιτήτρια. Δεν μου ήταν καθόλου εύκολο να εμπιστευτώ τους ανθρώπους. Μάλιστα μου ήταν δύσκολο να συνυπάρχω στο ίδιο δωμάτιο με έναν άντρα. Βγαίνοντας από τη φυλακή είχα όλες τις φοβίες πάνω μου», λέει.

Σήμερα η Μαρίνα, στα 37 της έχει όλα όσα είχε ονειρευτεί. Τη δουλειά που πάντα ήθελε, έναν υποστηρικτικό σύντροφο και ένα αγοράκι 9 μηνών. Και να σκεφτεί κανείς ότι πριν μπει στη φυλακή θεωρούσε ότι ήταν αδύνατο να σπουδάσει.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time