Στη μικρή Λυδία και στο καλύτερο που μπορεί να κάνει η ελληνική Δικαιοσύνη για το μωρό της αδικοχαμένης Καρολάιν είναι στραμμένα τα «βλέμματα» όλων, καθώς η Εισαγγελία Ανηλίκων καλείται να λάβει απόφαση -ακόμα και εντός της ημέρας ή πιθανότατα τη Δευτέρα- για τα πρόσωπα που θα αναλάβουν την επιμέλειά της.

Η οικογένεια της Καρολάιν έχει ζητήσει την ανάθεση αποκλειστικά σε αυτούς της επιμέλειας της μικρής, ενώ οι γονείς του καθ’ ομολογίαν δράστη, Μπάμπη Αναγνωστόπουλου, έχουν αιτηθεί της από κοινού επιμέλειας της εγγονής τους από τις οικογένειες και των δύο πλευρών.

Τα επιχειρήματα της οικογένειας της Καρολάιν

Ο δικηγόρος της οικογένειας της Καρολάιν υποστηρίζει πως η κοινωνική λειτουργός που εξέτασε το περιβάλλον της οικογένειας, το χαρακτήρισε ιδανικό για να μεγαλώσει η μικρή Λυδία.

Επίσης, υποστηρίζει ότι η οικογένεια είναι οικονομικά ικανή να αναθρέψει το παιδί. Όπως είπε ο δικηγόρος της οικογένειας, «ο ίδιος ο κατηγορούμενος είπε ότι κάθε μήνα η μητέρα της Καρολάιν τους έδινε 1.000 ευρώ για να τα βγάλουν πέρα».

Παράλληλα, η πλευρά της οικογένειας της Καρολάιν επικαλείται και την «τοξικότητα» του περιβάλλοντος του δολοφόνου. Όπως ισχυρίζονται, «οι ψυχίατροι λένε ότι στο τοξικό περιβάλλον του δολοφόνου, έστω και αν οι γονείς του που μπορεί να μην έχουν καμία ευθύνη, δεν είναι δυνατόν να μεγαλώσει αυτό το παιδί».

Στις εισαγγελικές αρχές έχουν παραδοθεί τα πορίσματα των κοινωνικών υπηρεσιών που εξέτασαν τα δύο οικογενειακά περιβάλλοντα.

Η πλευρά των νομικών παραστατών της οικογένειας Καρολάιν προσκόμισε στην εισαγγελέα ανηλίκων πραγματικά περιστατικά και απόψεις επιστημόνων, ψυχιάτρων οι οποίοι συνηγορούν στην άποψη ότι θα πρέπει να ανατεθεί η επιμέλεια στη μητέρα της 20χρονης αδικοχαμένης κοπέλας.

Τι υποστηρίζει η πλευρά του συζυγοκτόνου

Από την πλευρά της, η οικογένεια του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου επικαλείται το άριστο κλίμα των σχέσεών της με τους γονείς της Καρολάιν.

«Υπό το βάρος των τραγικών γεγονότων φρονούμε ότι προέχει η ισόρροπη επαφή και ανάπτυξη της εγγονής μας Λυδίας και με τις δύο οικογένειες, τόσον εκ της πατρικής όσον και εκ της μητρικής γραμμής και μάλιστα με χρονική κατανομή που είναι ευεργετική και απαραίτητη για την προστασία της ισόρροπης και ομαλής ανάπτυξης», τονίζεται στην αίτησή τους.

Σύμφωνα με την πρότασή τους, το παιδάκι, όσο είναι μικρό, να μένει από τον Οκτώβριο έως τον Απρίλιο στην Αθήνα με τους γονείς του πατέρα του και τον υπόλοιπο καιρό με τους γονείς της άτυχης μητέρας του στην Αλόννησο.

Οι ίδιοι υποστηρίζουν πως διαθέτουν την καταλληλότητα για να μεγαλώσουν τη μικρή Λυδία, ενώ τονίζουν πως «η άσκηση της επιμέλειας, η ανατροφή και η επικοινωνία δεν είναι και δεν μπορεί να είναι μέσον τιμωρίας» και μάλιστα των ίδιων των αναιτίων.

Σημειώνεται πως, η συνεπιμέλεια του ανήλικου παιδιού είναι κάτι πρακτικά δύσκολο, καθώς η οικογένεια της άτυχης Καρολάιν ζει στην Αλόννησο και του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου στην Αγία Παρασκευή Αττικής.

Ο δικηγόρος της οικογένειας της Καρολάιν έχει επισημάνει ότι οι γονείς της 20χρονης θέλουν την επιμέλεια της μικρής Λυδίας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα στερήσουν τη δυνατότητα στους γονείς του δράστη να βλέπουν το εγγόνι τους όποτε επιθυμούν.

Οι γονείς του δράστη δε, έχουν επίσης σπίτι στην Αλόννησο, επομένως θα μπορούν να έχουν επαφή με το παιδί όσο συχνά θέλουν.

Θα μπορεί ο Αναγνωστόπουλος να δει το παιδί;

Οι ποινικολόγοι απορρίπτουν το ενδεχόμενο επικοινωνίας του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου με τη μικρή Λυδία.

Όπως εκτίμησε ο γνωστός ποινικολόγος Νίκος Αγαπηνός, θα απαγορευθεί κάθε επικοινωνία ανάμεσα στο παιδί και στον πατέρα.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο πατέρας μπορεί να διεκδικήσει την επιμέλεια του παιδιού μόλις βγει από τη φυλακή, αλλά οι πιθανότητες μίας τέτοιας δικαίωσης είναι «μηδενικές». «Όταν βγει ο πατέρας από τη φυλακή, η Λυδία θα είναι 15-16 ετών, οπότε θα είναι σε θέση να αποφασίσει μόνη της», συμπλήρωσε.

Τι λένε οι ειδικοί

Για τη δυσκολία και τη σημασία της απόφασης για το παιδί μιλούν κοινωνικοί λειτουργοί και ψυχολόγοι.

«Αντιμετωπίζουμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Η εισαγγελία θα αποφασίσει για την προσωρινή επιμέλεια του παιδιού. Πρέπει να υπάρξει ένα δίκτυ ασφαλείας για αυτό το παιδί. Κάποια στιγμή το παιδί θα ζητήσει να μάθει τι έχει γίνει. Θα ζητήσει τους γονείς του. Θα πρέπει όλοι οι άνθρωποι που θα είναι δίπλα του να μπορούν να δώσουν αυτές τις απαντήσεις», σχολίασε ο κοινωνικός λειτουργός Σταμάτης Πίττας, μιλώντας στο «MEGA».

«Το σημαντικό είναι ότι όποιος δικαστικός λειτουργός αποφασίσει να το κάνει με γνώμονα το καλό του παιδιού. Το παιδί αυτές τις στιγμές θέλει λιγότερες περισπάσεις και μετακινήσεις. Το παιδί θα πρέπει να αισθανθεί ασφάλεια. Χαίρομαι που ακούω ότι οι δύο οικογένειες μιλούν μεταξύ τους. Ο κάθε δικαστής θα ακούσει τους ειδικούς πριν βγάλει οποιαδήποτε απόφαση. Δεν θα δει μόνο το γράμμα του νόμου. Θα δει τι συνιστά συναισθηματική ασφάλεια για αυτό το παιδί. Δεν θα παραμείνει πάντα 11 μηνών, πρέπει ο δικαστής να δει πιο μπροστά από αυτό το διάστημα», πρόσθεσε ο ίδιος.

Από την πλευρά της, η Άννα Κανδαράκη, κλινική ψυχολόγος δρ. Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, τόνισε ότι το παιδί μέχρι την ηλικία των δύο ετών πρέπει να έχει ένα συγκεκριμένο πρόσωπο αναφοράς.

«Δεν έχουμε εξετάσει αυτό το παιδί. Μιλάμε μόνο για να προλάβουμε παρόμοιες καταστάσεις στο μέλλον», ξεκαθάρισε η κ. Κανδαράκη.

«Από τον πρώτο χρόνο και μετά αρχίζει το παιδί, αφού νιώσει την ασφάλεια με τη μητέρα, να βγαίνει στον κόσμο. Αν γίνει μια ρήξη βίαιη στον πρώτο χρόνο είναι πολύ δύσκολο να τη διαχειριστεί ένα παιδί.

Νιώθει ότι γίνεται βίαιη απομόνωση και αποχωρισμός. Αυτός ο τρόπος που συσχετίζομαι με τη μητέρα μου είναι και ο τρόπος που θα συσχετίζομαι με τους υπόλοιπους στη ζωή μου. Το παιδί μέχρι τα δύο έτη είναι σημαντικό να έχει ένα σημείο αναφοράς. Το παιδί για 1-2 χρόνια θα πρέπει να μείνει με μια οικογένεια, για να έχει ένα πρόσωπο αναφοράς. Ο φροντιστής πρέπει να είναι ένας. Με ένα πρόσωπο θα κάνει τη βασική σύνδεση. Μέχρι 24 μηνών χτίζεται ο μητρικός δεσμός και αυτός ο δεσμός κρίνει την πορεία της ζωής του», πρόσθεσε η ψυχολόγος.