Μονόδρομος κατά της «μάχης» με τον κοροναϊό αποτελούν τα εμβόλια και ήδη μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού έχει εμβολιαστεί, κερδίζοντας έτσι βήμα – βήμα η ανθρωπότητα τον δύσκολο «πόλεμο» κατά της πανδημίας.

Όμως πόσο διαρκεί η προστασία από τα εμβόλια Pfizer, Moderna, Johnson & Johnson;

Θα χρειαστεί και πότε μια δεύτερη δόση ενίσχυσης προκειμένου να μείνουμε προστατευμένοι απέναντι στον ιό;

Τα ερωτήματα αυτά που από την πρώτη στιγμή απασχολούν την επιστημονική κοινότητα έρχονται να τα απαντήσουν ειδικοί ερευνητές.

Με βάση τα δεδομένα από κλινικές μελέτες των εμβολίων Pfizer, Moderna και Johnson & Johnson η προστασία τους αφορά ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί στην πραγματικότητα αυτό το χρονικό διάστημα αναμένεται να είναι πολύ μεγαλύτερο, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές το πόσο θα είναι αυτό, καθώς ποικίλλει από άνθρωπο σε άνθρωπο ανάλογα με την ανοσολογική απόκριση στο εμβόλιο.

Υποθετικά, η ανοσία που παρέχουν τα εμβόλια θα είναι τουλάχιστον έξι με οκτώ μήνες, ενώ αν η ανοσία έναντι του SARS-CoV-2 είναι παρόμοια με άλλων κοροναϊών, όπως το κοινό κρυολόγημα, τότε η προστασία μπορεί να επαρκεί και για ένα ή και δύο έτη πριν χρειαστεί κάποια δόση ενίσχυσης.

 Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης, και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα νεότερα δεδομένα. Σε ασθενείς που νόσησαν με λοίμωξη COVID-19 η ανοσία ήταν επαρκής για παραπάνω από οκτώ μήνες, βέβαια η ανταπόκριση στο εμβόλιο αναμένεται να είναι διαφορετική σε σχέση με τη φυσική ανοσία της λοίμωξης.

 Οι ασθενείς που νόσησαν βαρύτερα έχουν ισχυρότερη ανοσιακή απάντηση σε σχέση με όσους νόσησαν πιο ήπια. Το παράδοξο είναι ότι επειδή η ανοσία που επάγει το εμβόλιο προσομοιάζει με την ανοσία που επιτεύχθη με σοβαρότερη μορφή της λοίμωξης, είναι πιθανό πολλοί εμβολιασμένοι να έχουν καλύτερη ανοσία από τους περισσότερους που νόσησαν.

 Παρόλα αυτά, τα αντισώματα σταδιακά θα πέσουν, και όταν φτάσουν ένα συγκεκριμένο επίπεδο ασφαλείας το άτομο θα είναι ξανά επίνοσο, βέβαια είναι πιθανό η λοίμωξη να είναι πιο ήπια. Τα Β κύτταρα μνήμης που παραμένουν στον οργανισμό μπορούν δυνητικά να ξαναπαράγουν αντισώματα όταν εκτεθούν στον ιό, και να προσαρμοστούν γρήγορα σε ένα διαφορετικό στέλεχος του ιού, εξασφαλίζοντας έτσι μία παρατεταμένη «ασφάλεια» τουλάχιστον από τη σοβαρότερη μορφή της νόσου. Οι ειδικοί προσπαθούν να εντοπίσουν τον ουδό κάτω από τον οποίο τα αντισώματα δεν θα είναι πλέον προστατευτικά και θα είναι απαραίτητες δόσεις ενίσχυσης.

 Οι εταιρείες Pfizer και Moderna έχουν σχεδιάσει κλινικές μελέτες για να καθορίσουν πόσο θα παρατείνει την ανοσία μία δόση ενίσχυσης και κατά πόσο τα εμβόλια τους είναι αποτελεσματικά έναντι των νέων στελεχών, ενώ το εμβόλιο της εταιρείας Johnson & Johnson δοκιμάζεται και σε δύο δόσεις.

 Προς το παρόν τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά έναντι των περισσότερων μεταλλάξεων του ιού, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει αν ο ιός συνεχίζει να μεταλλάσσεται. Το σημαντικότερο είναι ο γρήγορος εμβολιασμός του πληθυσμού, γιατί όσο ο ιός «κυκλοφορεί» περισσότερο, τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να μεταλλαχθεί σε ανθεκτικότερα στελέχη.