«Η αλήθεια είναι ότι δεν πήγε καλά, και δεν πήγε καλά γιατί η Τουρκία επιμένει σε μια ατζέντα η οποία είναι διευρυμένη και ουσιαστικά δεν μπορεί να εκκινήσει από εκεί καμία κουβέντα για να μπορέσουμε να πάμε μισό βήμα παραπέρα που θα θέλαμε».

Αυτό δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Μπρα ντε φερ» με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Τάκη και Χριστίνα Κοραή, ο εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο πανεπιστήμιο, Κωνσταντίνος Φίλης, αναφορικά με τον 62ο γύρο των διερευνητικών επαφών.

«Δηλαδή επιμένει στην αποστρατικοποίηση νησιών, στις γκρίζες ζώνες ακόμα και το ζήτημα της Θράκης, της μειονότητας, φαίνεται με κάποιο τρόπο προσπάθησε να το βάλει στο τραπέζι», εξήγησε ο κ. Φίλης.

«Οπότε οι διερευνητικές επιβεβαιώνουν αυτό που έχουμε πει στο παρελθόν πως οι δύο πλευρές κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία η κάθε μια για τους δικούς της λόγους. Η μεν Ελλάδα γιατί θέλει να κερδίσει χρόνο και πράγματι είναι πολύ σημαντικό να κερδίσουμε χρόνο και να ισχυροποιηθούμε διαπραγματευτικά έναντι της Τουρκίας σε περίπτωση που κάποια στιγμή διαμορφωθούν οι συνθήκες για να κάνουμε μια διαπραγμάτευση τέτοια μαζί της γιατί οι διερευνητικές είναι προθάλαμος διαλόγου», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Και από πλευράς Τουρκίας η ανάγκη έχει γίνει φιλοτιμία γιατί η Τουρκία έχει επιδοθεί σε μια προσπάθεια γοήτευσης κάποιων εκ των δυτικών της εταίρων που έτσι κι αλλιώς θέλουν να γοητευτούν από αυτή», δήλωσε επιπρόσθετα.

«Είναι ήδη γοητευμένοι. Είναι μια προβληματική κατάσταση όπου η Τουρκία θέλει να τους δώσει ένα άλλοθι ώστε στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής να πούνε ότι τα πράγματα έχουν επιστρέψει σε μια κανονικότητα οπότε τι να συζητάμε για κυρώσεις πάμε στη θετική ατζέντα», υπογράμμισε ο εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο.

Ερωτηθείς ποιες είναι οι προσδοκίες για τη συνάντηση Δένδια –Τσαβούσογλου, ο κ. Φίλης απάντησε: «Είμαστε 25 μέρες πριν και θα μεσολαβήσει και μια Σύνοδο Κορυφής οπότε καλό είναι να κάνουμε την κουβέντα αυτή όσο πλησιάζουμε προς τη συνάντηση όμως αν με ρωτάτε σήμερα ποια είναι η εκτίμησή μου, είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρεθεί κοινός τόπος σε αυτή την κατάσταση με την Τουρκία».

«Η Τουρκία κάνει ενέργειες οι οποίες είναι περισσότερο δημοσίων σχέσεων και διπλωματίας να κερδίσει, από πλευράς Ευρωπαίων, ένα πιστοποιητικό καλής διαγωγής και με βάση αυτό να πορευτεί από εδώ και πέρα όμως στην ουσία δεν έχει αλλάξει κάτι σε σχέση με τις τουρκικές θέσεις», τόνισε.

Αναφορικά με τις σχέσεις ΗΠΑ –Ρωσίας και τον αντίκτυπό τους στην Τουρκία, επισήμανε: «Βραχυπρόθεσμα δεν είναι καλά νέα αυτά για την Τουρκία γιατί επί Τραμπ κατάφερε ο Ερντογάν επί τέσσερα χρόνια να παλαντζάρει σε δυο βάρκες τη ρωσική και την αμερικανική και να μην δέχεται καμία πίεση από τους Αμερικανούς για αυτό. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά γιατί αν ο Ερντογάν αποφασίσει να αφήσει τη Ρωσία αυτό σημαίνει απώλειες στο Συριακό μέτωπο και στο Συριακό μέτωπο απώλειες δεν θέλει να υποστεί γιατί υπάρχει ο παράγοντας Κούρδοι».

«Αν αφήσει τη Ρωσία σημαίνει πρόβλημα για μια συμμαχία την οποία εχει φτιάξει ο ίδιος για να τη χρησιμοποιεί απέναντι στη Δύση και σημαίνει και άλλα ζητήματα ενεργειακής φύσης κοκ. Δεν είναι εύκολο όπως έχουν διαμορφωθεί οι τουρκορωσικές σχέσεις να αφήσει στα κρύα του λουτρού τους Ρώσους. Από την άλλη δεν είναι εύκολο να μείνει με τους Ρώσους και να βάλει απέναντί του τους Αμερικανούς οι οποίοι έχουν μοχλούς πίεσης οικονομικούς για να τους δημιουργήσουν πρόβλημα», σημείωσε επεξηγηματικά.

«Όταν έχεις τον αμερικανικό παράγοντα να θέτει τα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας , ζητήματα δηλαδή αρχών και αξιών πολύ υψηλά εσύ ως Ελλάδα οφείλεις να το πάρεις αυτό και να το πας στην ΕΕ. Γιατί στις 26 Μαρτίου όταν θα συζητηθούν ζητήματα Ρωσίας και Τουρκίας δεν μπορεί να βλέπουμε τους ευρωπαίους να κατακεραυνώνουν τους Ρώσους και να λαμβάνουν κυρώσεις έναντι της Ρωσίας και να κάνουν τα στραβά μάτια για την Τουρκία, συμπλήρωσε και διευκρίνισε ότι «εκτός από τα υπόλοιπα θέματα τα ευρωτουρκικά ή τα ελληνοτουρκικά υπάρχει το θέμα αρχών που έχει να κάνει με δημοκρατία, κράτος δικαίου και με όλη αυτή την υποχώρηση της Τουρκίας».

«Είναι ένας επιπρόσθετος μοχλός πίεσης τον οποίο πρέπει εμείς πάση θυσία να τον ενεργοποιήσουμε για μελλοντική χρήση», κατέληξε.