Την ομόφωνη αθώωση του πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ιωάννη Διώτη αποφάσισε το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, επτά χρόνια μετά την έναρξη της δικαστικής έρευνας σε βάρος του.

Το Δικαστήριο με σύμφωνη εισαγγελική πρόταση αποφάσισε την απαλλαγή του κ. Διώτη από την κατηγορία της απιστίας στην υπηρεσία.

Η εισαγγελέας στην πρόταση της επισήμανε πως η λίστα Λαγκαρντ δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί καθώς είχε αποκτηθεί παράνομα ενώ πρόσθεσε πως δεν προέκυψε βλάβη του Δημοσίου.

«Δεν ήταν δυνατή χρήση στοιχείου αυτού.

Όταν ξέσπασε θόρυβος είχα κληθεί για θέματα του ΣΔΟΕ στη Βουλή το φθινόπωρο 2012. Ο θόρυβος ήταν τετοιας λαικιστικής ανευθυνότητας που άκουσα από μέλη του κοινοβουλίου πως εαν είχε αξιοποιηθεί λίστα, δε θα είχαμε υπογράψει μνημόνια και θα είχαμε εισπράξει 80 με 100 δις ευρώ. Ρωτάτε έγινε έλεγχος; Και αν έγινε δε θα το έλεγα ποτέ διότι υπονομεύω τις έρευνες, προτίμησα να ακολουθήσω νόμιμη οδό, διέταξα μεγαλύτερο έλεγχο καταθέσεων που έγινε ποτέ στη χώρα, σε αυτούς περιλαμβανόταν και λίστα Φαλτσιανί....Με αυτά κέρδισε το Δημοσίο...Το ωφέλησα δεν το εβλαψα» τόνισε ο Ι. Διώτης στην απολογία του.

Κατά τη διάρκεια της ακροαμτατικής διαδικασίας κατέθεσε ως μάρτυρας ο Ευαγ. Βενιζέλος και πρώην στελέχη του ΣΔΟΕ. Ο Ε. Βενιζέλος όπως και στο πρωτόδικο είπε πως η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ κινήθηκε για πολιτικούς λόγους, πως δεν υπέστη ζημία το δημόσιο από τις ενέργειες του κ.Διώτη και πως η λίστα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο ως έναυσμα για έλεγχο αλλά όχι ως βάση καθώς ήταν παράνομο αποδεικτικό υλικό. Επίσης τόνισε πως ο Ι.Διώτης δεν είχε δόλο να ωφελήσει τα πρόσωπα που περιλαμβάνονταν σε αυτήν. Τα πρώην στελέχη του ΣΔΟΕ αναφέρθηκαν στις δυσκολίες του ελέγχου αλλά και στις πολιτικές πιέσεις να γίνει γρήγορα και τόνισαν πως τα πρόσωπα που υπήρχαν στη λίστα λαγκαρντ προέκυπταν και από άλλες νόμιμες λίστες.

Στην έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ο Διώτης έκανε την εξής δήλωση «επί επτά και πλέον έτη σύρομαι ως κακουργος άδικα. Η εναντίον μου κατηγορία δεν είναι απλά αβάσιμη αλλά και παράνομη. Εγώ δεν παρέβη τον νόμο. Ετήρησα τον νόμο»