Η συμφωνία για τη Βόρειο Ιρλανδία εξελίσσεται σε μοιραίο παίκτη στο σχέδιο της Τερέζα Μέι για το Brexit. Προτού καλά-καλά συμπληρωθούν 12 ώρες από την «έγκριση» που έδωσε στην πρωθυπουργό το Υπουργικό Συμβούλιο, πέντε στελέχη της κυβέρνησης παραιτήθηκαν. Αρχικά ο υφυπουργός για τη Βόρειο Ιρλανδία και στη συνέχεια, η πλέον ηχηρή παραίτηση: του αρμόδιου υπουργού για το Brexit, Ντόμινικ Ραμπ. Είναι ο δεύτερος υπουργός Brexit που αποχωρεί. 

Ο ίδιος τόνισε, όπως άλλωστε νωρίτερα και ο υφυπουργός Σάιλες Βάρα, ότι ο τρόπος με τον οποίο εξασφαλίστηκε το ότι δεν θα υπάρξει «σκληρό σύνορο» μεταξύ Βορείου Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, απειλεί την ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Ακολουθήσαν και δύο ακόμα παραιτήσεις: της υπουργού Εργασίας, Έστερ ΜακΒέι, και της υφυπουργού Brexit, Σουέλα Μπρέιβερμαν. Και μία γραμματέας της Βουλής των Κοινοτήτων με κυβερνητικά καθήκοντα.

Και μιλώντας για τη Βόρειο Ιρλανδία. Το ζήτημα της περιοχής αυτής και των «μοιραίων» εξωτερικών συνόρων με την Δημοκρατία της Ιρλανδίας αποδείχθηκε το δυσκολότερο μέρος της συμφωνίας. Τόσο το Λονδίνο όσο και οι Βρυξέλλες (από κοντά ασφαλώς και το Δουβλίνο) είχαν από την αρχή συμφωνήσει ότι δεν πρέπει να μπουν σύνορα στην Ιρλανδία. Δεν είναι μόνο οι εμπορικές, οικονομικές και διαπροσωπικές σχέσεις Ιρλανδών και Βορειοϊρλανδών, είναι και η ίδια η ειρήνη στη Βόρειο Ιρλανδία που με κόπο εξασφαλίστηκε πριν από 20 χρόνια με τη Συμφωνία Ειρήνης, γνωστή ως Good Friday Agreement.

Έτσι, Λονδίνο και Βρυξέλλες συμφώνησαν να δημιουργήσουν μία επιτροπή που θα εξετάσει το μελλοντικό εμπορικό καθεστώς της περιοχής με βασικό μέλημα να μην υπάρξουν σύνορα. Η Επιτροπή αυτή θα έχει στη διάθεσή της μέχρι το Δεκέμβριο του 2020 ή αν υπάρξει έγκαιρη ενημέρωση, για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.

Τα μέλη της Επιτροπής θα είναι Βρετανοί, κοινοτικοί και ανεξάρτητοι. Στο μεσοδιάστημα, δηλαδή από τον Μάρτιο του 2019, οπότε επέρχεται το «διαζύγιο» μέχρι τα τέλη του 2020 όλη η Βρετανία θα παραμείνει σε μια μορφή τελωνειακής δέσμευσης. 

Αν η Επιτροπή δεν βρει λύση, τότε θα ισχύσει το λεγόμενο «backstop» για την Ιρλανδία και την Βόρεια Ιρλανδία που είναι μια ενδιάμεση λύση, αφού θα έχει «ενιαίο τελωνειακό χώρο ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου», θα ισχύσει από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, εκτός και αν «αρχίζει να εφαρμόζεται μία μεταγενέστερη συμφωνία».

Το ενιαίο τελωνειακό έδαφος θα καλύπτει όλα τα εμπορεύματα εκτός από τα αλιευτικά προϊόντα και θα «περιλαμβάνει τις αντίστοιχες δεσμεύσεις και τους μηχανισμούς επιβολής προκειμένου να διασφαλίσει τον δίκαιο ανταγωνισμό μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου».

Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να επιβάλλονται επιπλέον έλεγχοι σε ορισμένα είδη που διακινούνται μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της Βρετανίας, πράγμα που δυσαρεστεί το DUP.

Για την έξοδο από το backstop η συμφωνία προβλέπει ότι εάν η κάθε πλευρά θεωρεί ότι το backstop δεν είναι πλέον αναγκαίο, μπορεί να ενημερώσει την άλλη πλευρά. Ωστόσο, η απόφαση πρέπει να ληφθεί από κοινού.

Κοινώς, η Βρετανία δεν έχει το δικαίωμα να αποχωρήσει μονομερώς από αυτή την τελωνειακή ένωση και να προχωρήσει σε συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου σε ολόκληρο τον κόσμο. Ουσιαστικά -λένε οι «σκληροί»- η χώρα εγκλωβίζεται στην Τελωνειακή Ένωση.

Στο Δουβλίνο υπάρχει ικανοποίηση που το «σκληρό σύνορο» απομακρύνθηκε. Κυρίως υπάρχει ικανοποίηση που δεν μπορεί μονομερώς το Λονδίνο να αποχωρήσει από την Επιτροπή.

Ξεκάθαρος στην επιστολή παραίτησης ο υφυπουργός Σάιλες Βάρα: «Όταν ο κόσμος ψήφισε στο δημοψήφισμα, ήταν μια ξεκάθαρη επιλογή: εντός ή εκτός. Και εδώ έχουμε μια μεσοβέζικη λύση, όπου θα παραμένουμε δεμένοι για άγνωστο διάστημα σε μια τελεωνειακή διευθέτηση -έναν θεσμό για τον οποίο δεν θα έχουμε λόγο και θα δεχόμαστε τις οδηγίες της ΕΕ. Και αν θα θελήσουμε να αποχωρήσουμε, δεν θα μπορούμε.»

Ουσιαστικά ο υφυπουργός επιβεβαίωσε τους φόβους της Μέι ότι οι σκληροί στο κόμμα της δεν πρόκειται να δεχθούν αυτή τη λύση για την Βόρειο Ιρλανδία, αφού ουσιαστικά κρατά «δεμένο» το Ηνωμένο Βασίλειο στην ΕΕ.

Το ίδιο περίπου είπε και ο αρμόδιος υπουργός Brexit Ντόμινικ Ραμπ (διαδέχθηκε μόλις το καλοκαίρι του 2018 τον πρώτο υπουργό Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις): «Πρέπει να παραιτηθώ. Αντιλαμβάνομαι ότι επιλέξατε (σ.σ. αναφερόμενος στην Μέι) να υλοποιήσετε τη συμφωνία με την ΕΕ και δέχομαι τις διαφορετικές απόψεις που εκφράστηκαν καλόπιστα από τους συναδέλφους μας. Από την πλευρά μου δεν μπορώ να δεχθώ τη συμφωνία για δύο λόγους: Πρώτον, εκτιμώ ότι το καθεστώς που προτείνεται για τη Βόρειο Ιρλανδία αποτελεί απειλή για την ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου. Δεύτερον, δεν μπορώ να δεχθώ μια αόριστη σε διάρκεια ρύθμιση, όπου η ΕΕ θα διατηρεί το βέτο στο δικαίωμά μας να αποχωρήσουμε από τη ρύθμιση.»

Τα ίδια είπαν και οι δύο γυναίκες υπουργοί που παραιτήθηκαν: η συμφωνία για τη Βόρειο Ιρλανδία ουσιαστικά ακυρώνει το Brexit.

Εμμέσως πλην σαφώς οι Εργατικοί ζητούν εκλογές, υπενθυμίζοντας ότι η Μέι έχει χάσει 20 υπουργούς από τότε που έγινε πρωθυπουργός. «Δεν είναι πλέον σε θέση να φέρει μια συμφωνία για το Brexit που να έχει τη στήριξη του Υπουργικού της Συμβουλίου, της Βουλής και των πολιτών» αναφέρεται σε ανακοίνωση του αρμόδιου σκιώδους υπουργού.

Αργότερα και ο ίδιος ο Κόρμπιν απέρριψε τη συμφωνία, κρυπτόμενος πίσω από τον υπουργό Brexit. Αν διαφωνεί αυτός, πώς να συμφωνήσουμε εμείς;

Αλλά και η επικεφαλής της κυβέρνησης της Σκωτίας Νίκολα Στέρτζεον θεωρεί αποτυχημένη τη συμφωνία, καλώντας την πρωθυπουργό -σε περίπτωση που δεν πάρει το «πράσινο φως» της Βουλής των Κοινοτήτων- να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία με την ΕΕ.

Η μάχη της Μέι στη Βουλή των Κοινοτήτων

Νωρίς το μεσημέρι η Μέι έδωσε τη δική της μάχη στη Βουλή των Κοινοτήτων, απαντώντας στις ερωτήσεις των βουλευτών -στην καθιερωμένη κοινοβουλευτική διαδικασία. Αρχικά κατηγόρησε τον... προκάτοχό της Ντέιβιντ Κάμερον που δεν είχε συμφωνία Βrexit και στη συνέχεια επανέλαβε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική από αυτή που μόλις έφερε.

Ο Τζέρεμι Κόρμπιν των Εργατικών απέρριψε τη συμφωνία, επικαλούμενος την παραίτηση του αρμόδιου υπουργού. 

Η Μέι καθησύχασε για το λεγόμενο «backstop», παραπέμποντας στη μελλοντική οριστική συμφωνία ΕΕ-Βρετανίας για τη Βόρειο Ιρλανδία. 

Οι σκωτσέζοι του SNP διαμαρτυρήθηκαν για το γεγονός ότι η Βόρειος Ιρλανδία θα έχει προνομιακή μεταχείριση και όχι η Σκωτία, για να εισπράξουν μια σχεδόν πληρωμένη απάντηση: Η Σκωτία δεν συνορεύει με άλλη χώρα μέλος της ΕΕ. 

Οι Συντηρητικοί δεν έχουν την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων -ελέγχουν 316 έδρες (επί συνόλου 650) και εξαρτώνται από τις 9 έδρες του βορειοϊρλανδικού συντηρητικού κόμματος DUP, το οποίο δεν δείχνει καθόλου ικανοποιημένο από τη συμφωνία. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο τραπέζι έχει πέσει και στο σενάριο πρότασης μομφής κατά της πρωθυπουργού από το ίδιο της το κόμμα.

Ήδη, σύμφωνα με όσα μεταδίδουν τα ΜΜΕ της Βρετανίας, τουλάχιστον 84 βουλευτές των Συντηρητικών είναι αποφασισμένοι να καταψηφίσουν το σχέδιο.

Προβληματισμός στις Βρυξέλλες

Στις Βρυξέλλες τηρούν στάση αναμονής. Ασφαλώς συμφωνούν απόλυτα με την Τερέζα Μέι ότι τα δύσκολα είναι μπροστά, κανείς δεν φαντάστηκε ότι ήταν τόσο άμεσα μπροστά.

Ο Γάλλος Μισέλ Μπαρνιέ που διαπραγματεύτηκε το deal, δήλωσε ότι όλα έγιναν με διαφάνεια. Δεν έκρυψε όμως την ανησυχία του. Από την πλευρά του ο Ντόναλντ Τουσκ, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, επιβεβαίωσε ότι θα γίνει Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ «προκειμένου να συζητήσουμε μια κατάσταση απόλυτης ήττας»...