Αν ψάχνει κανείς σοβαρές αναλύσεις του τι συνέβη τελικά στο Βερολίνο και ποια γραμμή θα ακολουθήσει η επόμενη κυβέρνηση Μεγάλου Συνασπισμού, το τελευταίο μέρος να κοιτάξει θα ήταν, κανονικά, η ταμπλοϊντ εφημερίδα Bild. Κατ' εξαίρεση όμως, μετά από εκείνη την ατελείωτη νύχτα προς Τετάρτη που έβγαλε συμφωνία του CDU/CSU και των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), αξίζει κανείς να αναζητήσει στην εφημερίδα (κάπου ανάμεσα στα δημοσιεύματα με δεσποινίδες στην παραλία) την αποτίμηση της συμφωνίας. 

Εκεί θα βρει ως πρώτη αντίδραση την αποτίμη του εκδότη της Bild πως «είναι η πρώτη κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών κάτω από καγκελάριο των Χριστιανοδημοκρατών».

Εμμέσως, αυτό λέει πάρα πολλά: Αν η εφημερίδα που θεωρείται «υμνητής της Μέρκελ» κρίνει ως τέτοια ήττα την συμφωνία, τότε τα πράγματα σίγουρα δεν πήγαν καλά για την ίδια -και δεν χρειάζεται πολλή φαντασία ώστε να καταλάβει κανείς τι κλίμα επικρατεί στην σοσιαλδημοκρατική όχθη του Βερολίνου. 

Από το Λονδίνο μέχρι τη Ρώμη, οι αναλύσεις συμφωνούν σε ένα πράγμα: Η Μέρκελ χρειάστηκε να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις στους Σοσιαλδημοκράτες, συν τοις άλλοις επειδή θέλει να αποφύγει ναυάγιο στην τελική ψήφο των μελών του SPD για το «ναι» ή το «όχι» σε τρίτο Μεγάλο Συνασπισμό. Ο παράγοντας αυτός είναι μόνο το έμμεσο αποτέλεσμα του γενικότερου προβλήματος στο Βερολίνο, δηλαδή της μειωμένης απήχησης όλων των παραδοσιακών κομμάτων στις περασμένες εκλογές. 

Όσον αφορά στην γραμμή της επόμενης κυβέρνησης, δεν είναι μόνο ότι το SPD παίρνει και το υπουργείο Εξωτερικών αλλά και το κρισιμότατο υπουργείο των Οικονομικών (τον μέχρι πρότινος απόρθητο πύργο του Σόιμπλε), όπως και το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (διάβαζε: συντάξεις). Στο τελικό κείμενο της συμφωνίας, ο Μάρτιν Σουλτς υπερηφανεύτηκε ότι το στίγμα του SPD βρίσκεται παντού, από την πολιτική για την Ευρωζώνη μέχρι την περίθαλψη και την πολιτική στην αγορά ακινήτων.

Ο προαλειφόμενος για νέος υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς θεωρείται μάλλον κεντρώος μεταρρυθμιστής παρά υπέρ της αναδιανομής (ειδάλλως δεν θα τον δεχόταν εξαρχής το CDU). Και πάλι όμως, ασχέτως Σολτς, στο κείμενο-συμβόλαιο της συμφωνίας υπάρχουν κομμάτια που υπογραμμίζουν ότι το Βερολίνο θα στηρίξει «ενίσχυση της δυναμικής επενδύσεων στην Ευρώπη» ή «συγκεκριμένα μέτρα αξιοποίησης μέσων του [ευρωπαϊκού] προϋπολογισμού για οικονομική σταθεροποίηση και κοινωνική σύγκλιση».

Ξεκαθαρίζεται δε ότι για όλα αυτά, η επόμενη γερμανική κυβέρνηση «θα είναι έτοιμη να διαθέσει η Γερμανία μεγαλύτερα κεφάλαια στον προϋπολογισμό της ΕΕ» αλλά και «να μετεξελιχθεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο υπό κοινοβουλευτικό έλεγχο, το οποίο θα εγκαθιδρυθεί στο κοινοτικό Δίκαιο».

Μπορεί τα πρώτα να μην είναι ιδιαίτερα εμπρηστικά για τους Χριστιανοδημοκράτες (το κόμμα συγκαταλέγεται «εκ γεννετής» στους ευρωπαϊστές) αλλά τις τελευταίες φράσεις δεν θα δεχόταν να ξεστομίσει κανείς Χριστιανοδημοκράτης -για αυτό και είχαν προκαλέσει κύμα εσωκομματικών αντιδράσεων στο CDU. 

Μία προσφορά που... το SPD δεν μπορεί να αρνηθεί

Αισθητό είναι το σοσιαλδημοκρατικό πρόσημο και στα ζητήματα του συνταξιοδοτικού, της υγειονομικής περίθαλψης, το εργασιακό (προβλέπεται τελικά «πλαφόν» 18 μηνών στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ώστε να μην έχουν μεγάλα περιθώρια οι εργοδότες να αποφεύγουν τις αορίστου χρόνου) και την στεγαστική πολιτική.   

Στην άλλη άκρη βεβαίως, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το τι πήραν οι Βαυαροί του CSU: Θα έχουν το υπουργείο Εσωτερικών (του οποίου θα ηγηθεί μάλιστα ο πρώην πρωθυπουργός του κρατιδίου Χορστ Ζέχοφερ). Το CSU είχε σκληρότατη στάση στο μεταναστευτικό -εξ ου και ο «χριστιανοδημοκρατικός εμφύλιος» στο αποκορύφωμα της προσφυγικής κρίσης- το οποίο και είναι κεντρική αρμοδιότητα του υπουργείου. 

Τι μένει λοιπόν στους Χριστιανοδημοκράτες; Μόνο το υπουργείο Οικονομίας (σε μία γερμανική οικονομία που μπορεί μεν να μην είναι «στον αυτόματο πιλότο», αλλά δεν περιμένει την πολιτική στρατηγική για να αναπτυχθεί -ενδεικτικά, μέχρι τώρα το υπουργείο βρισκόταν σε σοσιαλδημοκρατικά χέρια). «Μόνο με το υπουργείο Οικονομίας θα καθορίσει το CDU το μέλλον της χώρας; Αστείο» γράφει ενδεικτικά και πάλι η Bild. Ή, όπως λέει η πολύ σοβαρότερη (κεντροδεξιά) FAZ, «πλέον, το μόνο που έμεινε στο CDU είναι η Μέρκελ», χαρακτηρίζοντας (σε ξεχωριστό της σχόλιο) πως τα όσα έγιναν ήταν «ξεπούλημα στο τέλος της σεζόν».

Αντιθέτως, η (πιο κοντά στο SPD) εφημερίδα Sueddeutsche καταλήγει πως το προσχέδιο είναι μεν ικανοποιητικός συμβιβασμός, αλλά του «λείπει κάτι». Και εννοεί ότι λείπει ένα μεγάλο ενωτικό όραμα, μία θετική γραμμή ώστε να δοθεί απάντηση στην άνοδο του ξενοφοβικού AfD. 

Μπορεί όλες οι αποτιμήσεις να υπερβάλλουν: Ούτε η τελική συμφωνία είναι παράδοση άνευ όρων της Μέρκελ όπως (περίπου) υποστηρίζει η Bild, ούτε και φημίζονταν ποτέ οι γερμανοί πολιτικοί για απομάκρυνση από τον πραγματισμό (όπως φαίνεται να επιθυμούσε η SZ).  

Φυσικά, στο τι λέγεται στη Γερμανία περί «προέλασης του SPD» (όπως ενδεικτικά βάζει τίτλο η κεντροδεξιά εφημερίδα FAZ), πρέπει να συνυπολογιστεί και ο παράγοντας του... πολιτικού μάρκετινγκ. Προφανώς και από την στιγμή που ο σχηματισμός κυβέρνησης είναι υπό την αίρεση των μελών του SPD (που εμφανίζονταν διχασμένα για νέο Μεγάλο Συνασπισμό), δεν ζημιώνει προς τα παρόν να εμφανίζονται κερδισμένοι οι Σοσιαλδημοκράτες. 

Ακόμη κι έτσι όμως, αν διαβάσει κανείς ψύχραιμα το κείμενο της συμφωνίας θα δει ότι το SPD κέρδισε αρκετά και ο Σουλτς «πούλησε ακριβά» την υποστήριξή του στην Μέρκελ. Οπότε, όταν τα μέλη του SPD κληθούν να ψηφίσουν, θα πρέπει να επιθυμούν αντιπολίτευση πάση θυσία για να ψηφίσουν «όχι»: Το κείμενο της συμφωνίας είναι... μία προσφορά που δεν μπορούν να αρνηθούν.