Η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι αγωνίζεται για να διασώσει μία συμφωνία στις διαπραγματεύσεις για το Brexit προσπαθώντας να ξεπεράσει τις διαφωνίες των πολύτιμων για τον κυβερνητικό συνασπισμό βορειο-ιρλανδών κυβερνητικών της εταίρων, του μικρού Ενωτικού Κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας (DUP) που αντιτίθεται με κάθε σφοδρότητα στην εναρμόνιση, μετά την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, του ρυθμιστικού πλαισίου που θα ισχύει στην Βόρεια Ιρλανδία με εκείνο που εφαρμόζεται στην Δημοκρατία της Ιρλανδίας και μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το DUP προβάλλει το βέτο του σε μία ρύθμιση που «θα αποσπάσει» την βρετανική επαρχία του Ολστερ από την βρετανική επικράτεια και απειλεί να εγκαθιδρύσει ένα «σκληρό σύνορο» ανάμεσα στην ιρλανδική και την βρετανική νήσο.

Η Αρλίν Φόστερ, ηγέτις του DUP, διεμήνυσε σήμερα ότι δεν προτίθεται να μετακινηθεί μέχρι το Λονδίνο, αφού δεν υπάρχει προοπτική συμφωνίας για το θέμα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Telegraph. «Η Αρλίν θα παρουσιαστεί όταν θα βρίσκονται κοντά σε συμφωνία ως προς κάτι. Υπάρχει τόση δουλειά που πρέπει να γίνει, αυτή τη στιγμή ... δεν βρισκόμαστε σε ένα στάδιο στο οποίο μπορεί να εμπλακεί η Αρλίν ως ηγέτης», δήλωσε πηγή του DUP.

Ωστόσο, η συμφωνία για το Ιρλανδικό εμφανιζόταν χθες ως επικείμενη: προέβλεπε την εναρμόνιση των ρυθμιστικών πλαισίων που θα ισχύουν στην Βόρεια Ιρλανδία και τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας μετά το Brexit για να αποφευχθεί η επαναφορά του συνοριακού διαχωρισμού ανάμεσά τους και μαζί με αυτόν ο έλεγχος στην κυκλοφορία προσώπων και αγαθών.

Τα ενδο-ιρλανδικά σύνορα είχαν εξαφανισθεί μετά την συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής τον Απρίλιο 1998, που έβαλε τέλος σε τριάντα χρόνια αιματηρών συγκρούσεων ανάμεσα σε καθολικούς εθνικιστές και προτεστάντες ενωτικούς στη Βόρεια Ιρλανδία.

Αλλά φαίνεται πως η Τερέζα Μέι λογάριαζε χωρίς το προτεσταντικό DUP, που έθεσε βέτο τινάζοντας στον αέρα την τελευταία στιγμή τη συμφωνία. Σφοδρά αντίθετο, εξ ορισμού άλλωστε, με τον διαχωρισμό της Βόρειας Ιρλανδίας από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο με την θέσπιση διαφορετικού ρυθμιστικού καθεστώτος, το μικρό προτεσταντικό κόμμα αποφάσισε να παίξει το ισχυρό του χαρτί απειλώντας την Τερέζα Μέι με αποχώρηση από τον κυβερνητικό συνασπισμό.

Η βρετανίδα πρωθυπουργός θα πρέπει να επιστρέψει μέχρι το τέλος της εβδομάδας στις Βρυξέλλες. Μέχρι τότε κάτι θα πρέπει να μηχανευθεί για να μεταπείσει τον κυβερνητικό της εταίρο.

Διαβουλεύσεις

Ως προς τα ιρλανδικά σύνορα, «παραμένουν κάποιες διαφορές που απαιτούν περαιτέρω διαπραγματεύσεις και διαβουλεύσεις», σχολίασε η Τερέζα Μέι εξωραΐζοντας την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.

«Δεν πιστεύω ότι αυτή η κυβέρνηση είναι έτοιμη να αλλάξει την ουσία του κειμένου, αλλά χρειάζονται περαιτέρω διευκρινίσεις», δήλωσε η Χέλεν ΜακΕντι, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της ιρλανδικής κυβέρνησης στο ραδιοφωνικό δίκτυο RTE, υπενθυμίζοντας ότι το Δουβλίνο «συμφωνεί με το κείμενο που έγινε αποδεκτό».

Χθες, ο ιρλανδός πρωθυπουργός Λίο Βάραντκαρ εξέφρασε την έκπληξη και την απογοήτευσή του για την κατάρρευση της συμφωνίας.

Και ενώ το ρολόι συνεχίζει να κτυπά, ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Μέι Φίλιπ Χάμοντ προσπάθησε από τις Βρυξέλλες να δώσει έναν τόνο αισιοδοξίας, δηλώνοντας με βεβαιότητα: «βρισκόμαστε πολύ κοντά σε συμφωνία».

Την αισιοδοξία του συμμερίστηκε και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ που δήλωσε χθες ότι μία συμφωνία είναι εφικτή εντός αυτής της εβδομάδας.

Ομως, η κατάρρευση της συμφωνίας την στιγμή που όλα ήταν στο πράσινο αποδυνάμωσε τη θέση της Τερέζα Μέι: «Αυτό ήταν πλήγμα για την πρωθυπουργό», σχολίασε στο BBC ο Πίτερ Ρίκετς, μόνιμος γραμματέας του Φόρεϊν Οφις από το 2006 μέχρι το 2010.
«Ηταν μια πολύ δύσκολη ημέρα και είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν άνθρωποι στην Ντάουνινγκ Στριτ που θα στενοχωρηθούν που δεν υπήρξαν περισσότερο ξεκάθαροι με το DUP ώστε η κατάσταση να έχει ξεκαθαρίσει πριν πάρουν το αεροπλάνο για τις Βρυξέλλες», δήλωσε στο BBC 4 ο πρώην υφυπουργός αρμόδιος για το Brexit Ντέιβιντ Τζόουνς.

Το θέμα των ιρλανδικών συνόρων είναι το ένα από τα τρία ζητήματα, μαζί με τον «λογαριασμό» του διαζυγίου και το καθεστώς των ευρωπαίων πολιτών στην Βρετανία, που πρέπει να επιλυθούν πριν από την έναρξη της δεύτερης φάσης του διαπραγματεύσεων που θα καθορίσουν τη μελλοντική σχέση ανάμεσα στη Βρετανία και την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ανάμεσα στα θέματα τριβής παραμένει ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που θα εγγυηθεί τα δικαιώματα των ευρωπαίων πολιτών που θα βρίσκονται επί βρετανικού εδάφους μετά το Brexit.