Mε τους ∆ηµοκρατικούς να βρίσκονται «σε συναγερµό» εν όψει των προεδρικών εκλογών της 5ης Νοεµβρίου βλέποντας τον Ντόναλντ Τραµπ να περνάει «αέρας» από πολιτεία σε πολιτεία στις εσωκοµµατικές εκλογές των Ρεπουµπλικανών, αλλά και τον Μπάιντεν να µην εµπνέει το ίδιο, «στο τραπέζι» έπεσε το όνοµα της Μισέλ Οµπάµα ως υποψήφιας προέδρου του κόµµατος.

∆ηµοσιεύµατα στον αµερικανικό Τύπο υποστηρίζουν ότι η σύζυγος του πρώην Αµερικανού προέδρου Μπαράκ Οµπάµα εξετάζει το ενδεχόµενο να εµπλακεί στη µάχη ως µια υποψηφιότητα που θα µπορεί να συσπειρώσει τις απώλειες που καταγράφει τόσο το ∆ηµοκρατικό Kόµµα όσο και ο νυν πρόεδρος. Για το ζήτηµα, η «New York Post» επικαλέστηκε «αξιόπιστες πηγές στις οποίες λίγοι έχουν πρόσβαση», µε τις πληροφορίες αυτές να κάνουν λόγο για «δηµοσκοπήσεις σε δωρητές του Οµπάµα».

*Διαβάστε εδώ: Διπλωματικές συνομιλίες ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα: Έτοιμοι να σηκώσουν το τηλέφωνο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ

Με τα χρονικά όρια να προκαλούν ερωτήµατα σε σχέση µε το αν και εφόσον κατέλθει ως υποψήφια η πρώην Πρώτη Κυρία, η πρώτη σκέψη που τίθεται είναι η απόσυρση του Μπάιντεν σε σύντοµο χρόνο. Η προαναφερθείσα εφηµερίδα έδωσε, µάλιστα, και το πιθανό χρονοδιάγραµµα για την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της: Ο 81χρονος, όντας καταβεβληµένος, όχι το ίδιο ενεργός µε το παρελθόν και έχοντας απολέσει ισχυρό κοµµάτι της δυναµικής του, τον Μάιο θα ανακοινώσει ότι δεν θα είναι υποψήφιος και τον Αύγουστο, στο Συνέδριο των ∆ηµοκρατικών, η Οµπάµα θα λάβει το χρίσµα.

Το συνέδριο των ∆ηµοκρατικών θα λάβει χώρα στις 19-22 Αυγούστου, όπου και θα επιλέξει τον υποψήφιό του στον δρόµο για την προεδρία, ενώ σε πιθανή επιβεβαίωση της εν λόγω εκτίµησης η ίδια θα αποτελέσει την δεύτερη πρώτη κυρία που διεκδικεί το χρίσµα, µετά τη Χίλαρι Κλίντον. Λίγες ηµέρες νωρίτερα, η πολιτικός σχολιαστής και δηµοσιογράφος Μέγκιν Κέλι τόνισε: «∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι είναι πιο ταλαντούχα από τον Τζο Μπάιντεν πολιτικά», χαρακτηρίζοντας την ίδια ως «ένα ισχυρό δηµοκρατικό όπλο».

Η θέση αυτή προήλθε από µια συνέντευξη της Οµπάµα σε podcast, όπου, µεταξύ άλλων, δήλωσε «τροµοκρατηµένη» ως προς την πιθανότητα νίκης του πρώην προέδρου των ΗΠΑ. Την ίδια στιγµή, τη δυναµική του πορεία προς την ανάδειξή του ως υποψηφίου των Ρεπουµπλικανών συνεχίζει ο Ντόναλντ Τραµπ. Στην ψηφοφορία του κόµµατος στο Νιου Χάµσαϊρ επιβεβαίωσε τον τίτλο του φαβορί, κερδίζοντας τη Νίκι Χέιλι µε ποσοστό άνω του 54% και ενισχύοντας ακόµα περισσότερο τη θέση του.


Δίχως φρένα

Μετά το αποτέλεσµα, ο 77χρονος εξέφρασε την ικανοποίησή του εκφωνώντας µια οµιλία γεµάτη θυµό και επιθέσεις στη Νίκι Χέιλι αλλά και χαρακτηρίζοντας τις ΗΠΑ ως «πτωχευµένη χώρα». Ο ίδιος µίλησε µε έντονη οργή για τη συνυποψήφιά του και την ήττα της, αποκαλώντας την «απατεώνισσα» σε µια έντονα καυστική οµιλία. Η Χέιλι, οµολογουµένως, βρίσκεται πλέον σε πολύ δύσκολη θέση µετά τα ανεπιτυχή αποτελέσµατα που σηµείωσε, όµως η ίδια επέµεινε πως δεν παραιτείται. Παραδέχτηκε την ήττα της, υποστήριξε πως «η κούρσα αυτή απέχει πολύ από το να τελειώσει», αλλά πέταξε και τα δικά της «καρφιά», λέγοντας πως η πιθανότητα νίκης του 77χρονου πολιτικού ισοδυναµεί µε νίκη του Μπάιντεν.

Το ενδιαφέρον πλέον επικεντρώνεται στη Νεβάδα, όπου ο Τραµπ διαβεβαίωσε για «εξασφαλισµένη νίκη», αλλά και τον επόµενο µήνα στη Νότια Καρολίνα, πολιτεία όπου η συνυποψήφιά του ήταν κυβερνήτρια, αλλά ο ίδιος προηγείται µε διαφορά 30 µονάδων στις δηµοσκοπήσεις. Ενα αξιοπρόσεκτο στατιστικό στοιχείο σε σχέση µε την κούρσα του αποτελεί το ότι κανένας Ρεπουµπλικανός που έχει κερδίσει τις προκριµατικές στην Αϊόβα αλλά και στο Νιου Χαµσάιρ δεν έχει χάσει ποτέ το χρίσµα του κόµµατός του. Στο ίδιο µήκος κύµατος, τα δικαστικά του προβλήµατα φαίνεται πως δεν δηµιουργούν κανένα δηµοσκοπικό πρόβληµα, τη στιγµή που δίνει κανονικά το «παρών» στο δικαστήριο αναφορικά µε τις εις βάρος του υποθέσεις.

Οι δηµοσκοπήσεις κατά την έξοδο των ψηφισάντων από τα εκλογικά τµήµατα επιβεβαίωσαν τον λατρευτικό χαρακτήρα που του αποδίδουν οι υποστηρικτές του, µε το 87% αυτών να απαντούν «ναι» στην ερώτηση αν µπορεί να γίνει πρόεδρος ακόµα κι αν κριθεί ένοχος για ένα έγκληµα. Παράλληλα, το 86% των οπαδών του δεν πιστεύουν ότι κέρδισε ο Μπάιντεν τις εκλογές του 2020.