Γεμάτος συγκίνηση δήλωσε ο πρώην κυβερνήτης της Καλιφόρνιας, Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ: «Είμαι μεγάλος φίλος του εβραϊκού λαού και του Ισραήλ» και αγκάλιασε τρυφερά μια 14χρονη Ισραηλινή που γλίτωσε από τη Χαμάς.

Ο «σκληρός» της «μεγάλης οθόνης» συνάντησε το απόγευμα της Παρασκευής στο γραφείο του στο Λος Άντζελες συγγενείς τριών ανθρώπων που είχαν απαχθεί από την Χαμάς, όμως εμφανώς «λύγισε» ακούγοντας όσα πέρασε η 14χρονη Έλα Σάνι που ξέφυγε από τα χέρια της Χαμάς, η οποία όμως δολοφόνησε τον πατέρα της.

«Είναι εξαιρετικά σημαντικό να ακούσει ο κόσμος αυτές τις ιστορίες», είπε ο Σβαρτσενέγκερ στο περιοδικό PEOPLE. «Ελπίζουμε ότι αυτό θα εξαφανίσει σιγά σιγά αυτό το μίσος. Επειδή μια τεράστια ζημιά γίνεται μέσω του μίσους, χάνεται τεράστιος αριθμός ζωών».

 «Δεν έχω αντιμετωπίσει ποτέ με κάτι τέτοιο», παραδέχθηκε ο Σβαρτσενέγκερ κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης που διοργανώθηκε από το Μουσείο Ανεκτικότητας του Ισραήλ. «Θέλω να είμαι πάντα εκεί για τον εβραϊκό λαό και για το Ισραήλ».

«Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, αισθάνομαι προσωπικά ότι πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά» πρόσθεσε ο πρώην κυβερνήτης της Καλιφόρνιας.

 «Στις 7 Οκτωβρίου ξύπνησα ακούγοντας φωνές όπως «Αλλάχου Άκμπαρ» («Ο Αλλάχ είναι μεγάλος»), πυροβολισμούς και εκρήξεις», είπε η Σάνι. Κρύφτηκε, είπε, σ' ένα καταφύγιο στο κιμπούτς της με τη μητέρα της και τον μικρότερο αδερφό της.

Η Έλα καθόταν επί ώρες στο σκοτάδι καθώς η Χαμάς είχε διακόψει την ηλεκτροδότηση στη περιοχή. Κατάφερε όμως να κρατήσει επαφή με άλλους έφηβους φίλους της μέσω του WhatsApp.

 «Συνήθως χρησιμοποιούμε αυτήν την ομάδα για να συζητήσουμε ανόητα πράγματα, όπως τι ώρα είναι το δείπνο ή τι ώρα έρχεται το λεωφορείο. Αλλά εκείνη η μέρα, ήταν διαφορετική. Στις 7 Οκτωβρίου, τα παιδιά και οι έφηβοι έγραφαν μόνο μηνύματα ζητώντας βοήθεια».

Μετά από ώρες στο καταφύγιο, «οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις» (IDF) έβγαλαν την Έλα και τους άλλους που κρύβονταν εκεί, ανάμεσά τους και επτά παιδιά.

Οι στρατιώτες την πήγαν σε ένα κοντινό σπίτι. Στη συνέχεια είπαν στους μεγάλους ότι θα πρέπει να προετοιμάσουν τα παιδιά γι' αυτά που θα αντίκριζαν .

Όμως δεν υπήρχε τρόπος να προετοιμαστούν για τη φρίκη που τους περίμενε.

 «Το σαλόνι, το πάτωμα, τα πάντα στο σπίτι ήταν μέσα στο αίμα, υπήρχαν διάσπαρτα παντού ανθρώπινα μέλη», είπε η Σάνι και πρόσθεσε: «Ήταν δύσκολο να καταλάβω τι έβλεπα, αλλά μόλις συνειδητοποίησα αυτά που είχα απέναντί μου, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να καλύψω τα μάτια του μικρού μου αδερφού».

Μόνο όταν ανέβηκε στο λεωφορείο που θα την πήγαινε στο Τελ Αβίβ, η Σάνι επέτρεψε στον εαυτό της να κλάψει.

 «Ένα οκτάχρονο αγόρι, φίλος του μικρού μου αδερφού, ήρθε μαζί μας χωρίς να φορά τίποτα άλλο παρά το εσώρουχό του κι ένα πουκάμισο, είχε αίμα στο πρόσωπό του και τα γυαλιά του, όπως μας είπε, τα είχε χάσει».

Λίγες ημέρες αργότερα, η Σάνι έμαθε ότι ο πατέρας της είχε δολοφονηθεί από τρομοκράτες της Χαμάς. Ο 16χρονος ξάδερφός της Αμίτ παραμένει στα χέρια της σουνιτικής οργάνωσης.