Η Ρωσία, η Κίνα αλλά και η Τουρκία είναι οι χώρες που επιχειρούν περισσότερο να παρέμβουν στην πολιτική ζωή της Γαλλίας. Αυτό αναφέρει η ετήσια έκθεση της γαλλικής κοινοβουλευτικής επιτροπής, που βασίζεται στις πληροφορίες αρμοδίων υπηρεσιών της χώρας.

Η παρέμβαση της Ρωσίας, της Κίνας και της Τουρκίας έχει είτε την κλασική μορφή της κατασκοπείας, είτε δραστηριότητες σχετικές με τη χρήση του κυβερνοχώρου και τις επιχειρήσεις χειραγώγησης πληροφοριών, αναφέρεται στην έκθεση της γαλλικής κοινοβουλευτικής επιτροπής.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, «το επίπεδο των απειλών ξένης παρέμβασης βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο, μέσα σε ένα τεταμένο και ανεμπόδιστο διεθνές πλαίσιο». Οι συντάκτες υπογραμμίζουν ακόμη ότι εάν οι υπηρεσίες πληροφοριών της Γαλλίας μπορούν να χρησιμοποιήσουν «διάφορα μέσα παρεμπόδισης για να αποτρέψουν ξένες παρεμβάσεις», αυτά τα εργαλεία «δεν επαρκούν από μόνα τους μακροπρόθεσμα».

Προτείνουν τη θέσπιση ενός «ad hoc νομοθετικού πλαισίου για την αποτροπή ξένων παρεμβάσεων κατά το πρότυπο του αμερικανικού δικαίου», τη χρήση της διαδικασίας δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων «για κάθε πρόσωπο ή δομή που εμπλέκεται σε επιζήμιες ενέργειες για τη διατήρηση της γαλλικής εθνικής συνοχής ή προορίζονται για την προώθηση των συμφερόντων μιας ξένης δύναμης».

Οι συντάκτες της έκθεσης προτείνουν επίσης «μια ευρωπαϊκή απάντηση» και εκτιμούν ότι αυτά τα διαφορετικά μέτρα θα μπορούσαν να ομαδοποιηθούν «σε ένα νομοσχέδιο για την καταπολέμηση της ξένης παρέμβασης» η οποία, όπως τονίζουν, έχει λάβει «μια νέα διάσταση τα τελευταία χρόνια», κυρίως λόγω μιας «ριζικής αλλαγής στο γεωπολιτικό πλαίσιο».

Γαλλία: Πώς παρεμβαίνουν Ρωσία, Κίνα και Τουρκία

Υπογραμμίζουν τις «εκστρατείες χειραγώγησης πληροφοριών μεγάλης κλίμακας» που έχουν λάβει «πρωτοφανή έκταση», τονίζοντας ότι «οι ψεύτικες ειδήσεις είναι το όπλο ενός πολέμου εναντίον της Δύσης». Χαρακτηρίζουν τη Ρωσία ως σημαντικό παράγοντα και περιγράφουν «την υπογραφή της», τις μεθόδους επιχείρησής της, με ιδιαίτερη αναφορά στα ΜΜΕ Russia Today και Sputnik, αλλά και στην Κίνα, της οποίας η διασπορά παίζει σημαντικό ρόλο, πέραν της «πολιτικής στρατηγικής και ενός δικτύου δημόσιων και ιδιωτικών ιδρυμάτων και ατόμων κλειδιά».

Η Τουρκία έχει επίσης διαθέσεις να παρέμβει, αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης με στόχο «να ελέγξει την τουρκική διασπορά ως αναμεταδότρια των ιδεών της εξουσίας της Άγκυρας, δηλαδή εχθρική προς τους Κούρδους και τους Αρμένιους», αλλά και με τη χρήση της «θρησκευτική πρακτικής», «έναν ισχυρό μοχλό για την προώθηση μιας πολιτικής ιδεολογίας». Ως προς αυτό, αναφέρεται η χρηματοδότηση χώρων λατρείας στη Γαλλία και η απόσπαση ιμάμηδων σε γαλλικά τζαμιά, που «επέτρεψαν στην Τουρκία να επηρεάσει το Ισλάμ στη Γαλλία».

Ένας άλλος τρόπος λειτουργίας της Τουρκίας είναι, σύμφωνα με την έκθεση, «η είσοδος στην πολιτική μέσω της συμμετοχής στις τοπικές και εθνικές εκλογές», η ενεργή παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα κ.ά. Η έκθεση αποδοκιμάζει την «αφέλεια» των Γάλλων εκλεγμένων αξιωματούχων, των ανωτάτων δημοσίων υπαλλήλων, των επιχειρήσεων και των ακαδημαϊκών κύκλων απέναντι σε ξένες παρεμβάσεις.