Με δημοσιονομική παράλυση κινδυνεύουν οι ΗΠΑ εάν δεν εγκριθεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων η πρόταση για τη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους που κατήρτισε την Τρίτη (26/9) η Γερουσία της χώρας. Σε αυτό, έχει βάλει το «χεράκι» του και ο Ντόναλντ Τραμπ.

Με την άμμο στην κλεψύδρα να αδειάζει και την κρίσιμη 30ή Σεπτεμβρίου να πλησιάζει, η Γερουσία έκανε μια πρόταση για τη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους, η οποία όμως δεν αναμένεται να εγκριθεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Και αυτό γιατί υπάρχουν πιστοί στον Ντόναλντ Τραμπ που θα βάλουν, εσκεμμένα, εμπόδια! Μοιραία, οι ΗΠΑ είναι και πάλι μια ανάσα από το δημοσιονομικό shutdown.

ΗΠΑ: Μία ανάσα από το «shutdown»

Ειδικότερα, ο επικεφαλής της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ και ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών Μιτς ΜακΚόνελ ενέκριναν το νομοσχέδιο το οποίο θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να συνεχίσει να λειτουργεί ως τις 17 Νοεμβρίου. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων θα το επικυρώσει, ακόμη και αν υιοθετηθεί από τη Γερουσία.

Εάν η κατάσταση αυτή συνεχιστεί, από την 1η Οκτωβρίου θα διακοπεί η χρηματοδότηση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών, το περίφημο «shutdown».

Υπουργεία, εθνικά πάρκα, εναέρια κυκλοφορία, κάποια μουσεία αλλά και πολλοί οργανισμοί θα επηρεαστούν, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι θα βρεθούν σε αναγκαστική αργία.

«Η αναστολή της λειτουργίας της κυβέρνησης για μια εσωτερική διαφωνία για τον προϋπολογισμό δεν ενισχύει την πολιτική θέση κανενός», δήλωσε ο ΜακΚόνελ. «Το μόνο που κάνει είναι να παγώνει σημαντικές προόδους. Και αφήνει εκατομμύρια Αμερικανούς στην αβεβαιότητα», πρόσθεσε.

Την υιοθέτηση του κειμένου ζητά ο Λευκός Οίκος από το Κογκρέσο

Ο Λευκός Οίκος ζήτησε από το Κογκρέσο να υιοθετήσει το κείμενο της Γερουσίας. «Έχει έρθει η ώρα οι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής των Αντιπροσώπων να αρχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους», τόνισε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στη διάρκεια προεκλογικής του συγκέντρωσης χθες (26.09.2023) το βράδυ.

Αβέβαιη η παροχή βοήθειας στην Ουκρανία

Η κρίση αυτή ενδέχεται να έχει άμεσες επιπτώσεις στον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο Λευκός Οίκος αρχικά είχε ζητήσει 24 δισεκ. δολάρια στρατιωτικής και ανθρωπιστικής βοήθειας για το Κίεβο.

Έχοντας επίγνωση της κόπωσης των Αμερικανών συμμάχων του, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι πήγε την προηγούμενη Πέμπτη στο Κογκρέσο για να προσπαθήσει να πείσει τους κοινοβουλευτικούς να τον βοηθήσουν να αντιμετωπίσει τη Ρωσία.

Όμως η αποδέσμευση ενός τέτοιου ποσού μοιάζει ολοένα και πιο αβέβαιη με δεδομένη την τροπή των διαπραγματεύσεων στους διαδρόμους: το κείμενο που κυκλοφορούσε χθες στη Γερουσία ανέφερε μόλις το ένα τέταρτο της βοήθειας αυτής, περίπου 6 δισεκ. δολάρια.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου την πλειοψηφία έχουν οι Ρεπουμπλικάνοι από τον Ιανουάριο, δεν θέλει καν να συζητήσει αυτό το προσχέδιο: «Ωφελούν την Ουκρανία εις βάρος των Αμερικανών», κατήγγειλε ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων Κέβιν ΜακΚάρθι, ζητώντας χρήματα για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης.

Μια ομάδα βουλευτών, υποστηρικτές του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τους οποίους ο ΜακΚάρθι αναγκάστηκε να έρθει σε συμβιβασμό προκειμένου να εκλεγεί στην προεδρία του σώματος, ζητούν μάλιστα να διακοπεί η βοήθεια προς την Ουκρανία.

Ταραξίες υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ

Είναι οι ίδιοι βουλευτές, υπέρμαχοι της πολύ αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, που είχαν ωθήσει και πάλι πριν από τέσσερις μήνες τις ΗΠΑ στα πρόθυρα της δημοσιονομικής κατάρρευσης. Τότε η μεγαλύτερη παγκόσμια δύναμη απέφυγε την τελευταία στιγμή την κήρυξη στάσης πληρωμών, έπειτα από μακρές διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης Μπάιντεν και των συντηρητικών.

Οι υποστηρικτές του Τραμπ διαθέτουν δυσανάλογη εξουσία στο αμερικανικό Κογκρέσο εξαιτίας της πολύ μικρής πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Έχουν λάβει εντολή από τον πρώην πρόεδρο, που είναι εκ νέου υποψήφιος για τις εκλογές του 2024, να «παραλύσουν» το ομοσπονδιακό κράτος αν δεν γίνουν δεκτοί οι όροι τους σε «όλα» τα δημοσιονομικά ζητήματα.

Υπό την προεδρία του Τραμπ οι ΗΠΑ έζησαν το μεγαλύτερο “shutdown” στην ιστορία τους, τον χειμώνα του 2018.