Μετράει τις πληγές του το Μαρόκο, με τους κατοίκους που κατάφεραν να επιβιώσουν από τον φονικό σεισμό να δίνουν έναν δεύτερο αγώνα επιβίωσης στα χαλάσματα λόγω των άθλιων συνθηκών που επικρατούν.

Επιζώντες του ισχυρού σεισμού που έπληξε το κεντρικό Μαρόκο την Παρασκευή περιμένουν υπομονετικά σε μια τεράστια ουρά για βοήθεια, αφού έχασαν το σπίτι τους.

Η Φάτιμα Ουμάλουλ έχει ακόμη ίχνη αίματος στο πρόσωπό της μολονότι έχουν περάσει μέρες από τον καταστροφικό σεισμό, κατά τη διάρκεια του οποίου είδε να καταρρέει το σπίτι της.

Παρέλαβε μια κίτρινη σκηνή και δεν θα περάσει άλλη μία νύχτα στο ύπαιθρο.

 «Το μόνο που θέλω είναι ένα σπίτι, ένα αξιοπρεπές μέρος για έναν άνθρωπο».

Οι καταυλισμοί με σκηνές που αρχίζουν να εμφανίζονται κοντά σε κατεστραμμένα ή με πολύ μεγάλες ζημιές σπίτια δείχνουν ότι η βοήθεια φτάνει. Ωστόσο, δεν αίρει την αβεβαιότητα για το μέλλον αυτών που επέζησαν.

Ο σεισμός που συγκλόνισε την περιφέρεια του Άνω Άτλαντα στις 8 Σεπτεμβρίου στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 2.900 ανθρώπους, σύμφωνα με τον πιο πρόσφατο απολογισμό.

«Φοβόμαστε τις βροχές»

Ο σεισμός έπληξε κυρίως αγροτικές περιοχές, όπου πολλά σπίτια δεν είναι πλέον κατοικήσιμα και οι κάτοικοί τους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τα ξαναχτίσουν γρήγορα, χωρίς βοήθεια.

Αν και τα χειρότερα έχουν περάσει για κάποιους, αυτό δεν ισχύει για την Ουμάλουλ, η οποία βρισκόταν εγκλωβισμένη στα ερείπια του σπιτιού της έως την ώρα που ένας γείτονας ήρθε και περπάτησε πάνω στα συντρίμμια στα οποία ήταν θαμμένη.

 «Είμαι από κάτω. Μη με συνθλίψεις!», διηγείται, βγάζοντας έναν αναστεναγμό, ότι του φώναξε.

Μία άλλη κάτοικος της Αμιζμίζ, η Φάτιμα Μπενχάμουντ, πήρε μια σκηνή έξι ατόμων για να μείνει με τα παιδιά της κι άλλα πρόσωπα της οικογένειάς της, διότι οι τοίχοι του σπιτιού της έχουν μεγάλες ρωγμές. «Υπάρχει κίνδυνος στο σπίτι μας», λέει η 39χρονη.

 «Δεν μπορούμε να κοιμηθούμε μέσα. Αναγκαζόμαστε να κοιμόμαστε έξω, άρα χρειαζόμαστε σκηνή», συνεχίζει και συμπληρώνει ότι φοβάται την εποχή των βροχών.

Ακριβώς απέναντι από το σπίτι της, η ουρά του κόσμου που περιμένει για σκηνή παραμένει μεγάλη για ώρες.

Στην Αμιζμίζ έχουν φτάσει πολλές αυτοκινητοπομπές με βοήθεια από ιδιώτες, τις οποίες διαχειρίζονται πρόσωπα ή σύλλογοι, προκαλώντας ακόμη και μποτιλιάρισμα στους στενούς δρόμους της. Ωστόσο, άλλα χωριά είναι πολύ δύσβατα για να φτάσει εκεί βοήθεια.


«Έσπασε η καρδιά μου»

Δεκαπέντε χιλιόμετρα νοτιότερα της Αμιζμίζ, στο βουνό, βρίσκεται το χωριό Ινεγεντέ, το οποίο έχει πληγεί σφόδρα από τον σεισμό.

Αν και ο χώρος προσευχής του τζαμιού του χωριού γλίτωσε σχετικά από τον σεισμό, από τον οποίο έπεσε μόνον ένας τοίχος του, σε μεγάλο μέρος του χωριού το μόνο που αντικρίζει κάποιος είναι σωροί από ξύλα και πέτρες που χρησιμοποιούνται για το χτίσιμο των παραδοσιακών σπιτιών.

Χθες, Τρίτη, σκηνές έφτασαν και στο Ινεγεντέ. Κάποιοι κάτοικοι τις έστησαν και έβαλαν μέσα κάποια αγαθά τους.

Ο 33χρονος Μοχάμεντ Αμάνταχ έστησε τη δική του στο χώμα, δίπλα στο σπίτι του που έχει ζημιές.

Η σύζυγός του Λατίφα τον κοιτούσε ανέκφραστη.

 «Δεν θέλω να κοιμηθώ σε μια σκηνή. Αισθάνομαι σαν να είμαι στον δρόμο», λέει η 24χρονη μητέρα.

Αυτό όμως που τη θλίβει περισσότερο δεν είναι η σκηνή, ούτε τα πανιά της που χτυπούν με τον αέρα. «Νιώθω σαν να έσπασε η καρδιά μου. Φοβάμαι το μέλλον, είναι ολότελα αβέβαιο», συνεχίζει.

Μόλις στήνεται η σκηνή, η Λατίφα παίρνει από το χέρι τον μικρό της γιο και κοιτά με απλανές βλέμμα αυτό που θα είναι τώρα το σπίτι της: «Δεν το ήθελα αυτό», λέει.

 

Πηγή: ΑΠΕ