Οι προσπάθειες δεκατριών χρόνων του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να ανατρέψει τον Ερντογάν αποδείχθηκαν μάταιες, ενώ ο Τούρκος πρόεδρος εξασφάλισε μία ακόμη πενταετή θητεία για να αφήσει τη σφραγίδα του στη χώρα για πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα. 

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επανεκλέχθηκε με 52,11%, έναντι 47,89% του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Ενθουσιασμένος με το πλήθος έξω από το σπίτι του στο Σκούταρι της Κωνσταντινούπολης αμέσως μετά τη νίκη του ανέβηκε σε ένα λεωφορείο για να πει: «Θα είμαστε μαζί όχι μέχρι την Κυριακή, αλλά μέχρι τον τάφο», ενώ παρότρυνε τους οπαδούς του να φωνάξουν «μπάι μπάι, Κεμάλ» για τον αντίπαλό του.

Τέλος ο Κεμάλ

Ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου έχασε την τελευταία του ευκαιρία. Οφείλουμε, ωστόσο, να του αναγνωρίσουμε: Πρώτον, ότι δεν δέχτηκε συντριβή. Δεύτερον, για πρώτη φορά απειλήθηκε ο Ερντογάν να χάσει την εξουσία με δημοκρατικά μέσα. Τρίτον, κατάφερε για πρώτη φορά να συσπειρώσει ετερόκλητες δυνάμεις από όλο το φάσμα της αντιπολίτευσης γύρω από τον κοινό στόχο της απομάκρυνσης του Ερντογάν. Όλα αυτά, όμως, δεν ήταν αρκετά.

Το ιδεολογικό συνονθύλευμα της αντιπολίτευσης -αριστεροί, Κούρδοι, κεμαλικοί, φιλελεύθεροι, ισλαμιστές, εθνικιστές- δεν είχαν τίποτα να μοιραστούν και ως εκ τούτου δεν είχαν και μια αξιόπιστη πρόταση διακυβέρνησης.

Η αδυναμία αυτή φάνηκε στην προεκλογική εκστρατεία. Ο Κιλιτσντάρογλου αμφιταλαντεύτηκε. Από τη μία έκλεινε το μάτι στους Κούρδους, μιλούσε για δίκαιο και ελευθερίες και, από την άλλη, εμφανιζόταν πιο εθνικιστής και από τους Γκρίζους Λύκους με ρατσιστικές κορόνες κατά των προσφύγων.

Οι εθνικιστές

Ενώ στον πρώτο γύρο των εκλογών είχε στο πλευρό του, εκτός από την ιδεολογικά ετερόκλητη συμμαχία έξι κομμάτων της αντιπολίτευσης, την εξωτερική στήριξη των Κούρδων και σημαντικής μερίδας της Αριστεράς, προσπάθησε στον δεύτερο γύρο να διευρύνει το μέτωπο που τον στηρίζει με άνοιγμα στους εθνικιστές.

Συμμάχησε με τον ακροδεξιό εθνικιστή Ουμίτ Οζντάγ, το κόμμα του οποίου πήρε στον πρώτο γύρο 2,2 και υιοθέτησε μια σκληρή ρητορική κατά των προσφύγων, που σε αρκετές περιπτώσεις άγγιζε τα όρια του ρατσισμού και έδινε την εντύπωση ότι δεν αντιλαμβάνεται τις διεθνείς ισορροπίες. Αυτό είχε κόστος. Όχι μόνο επιβεβαίωσε το επιχείρημα του Ερντογάν ότι είναι αναξιόπιστος, αλλά προκάλεσε και τη δυσφορία πολλών συμμάχων του, Κούρδων, μετριοπαθών ισλαμιστών, αριστερών, αλλά και τις σιωπηρές (ελέω εκλογών) διαμαρτυρίες στους κόλπους του δικού του κόμματος.

Ο Ερντογάν είχε, από την άλλη, κατορθώσει εγκαίρως να πάρει στο πλευρό του σημαντική μερίδα του εθνικιστικού ακροατηρίου, καθώς, αφενός, εδώ και χρόνια έχει συμμαχήσει με τους Γκρίζους Λύκους και το Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί και, αφετέρου, πέτυχε να αγγίξει τα αντιδυτικά αντανακλαστικά των Τούρκων, πείθοντας εκατομμύρια ψηφοφόρους ότι ο Κιλιτσντάρογλου είναι υποχείριο της Δύσης. Παράλληλα, χρησιμοποίησε τη στήριξη των φιλοκουρδικών κομμάτων προς τον Κιλιτσντάρογλου ως επιχείρημα ότι συνδιαλέγεται με τους τρομοκράτες του ΡΚΚ. Κι όλα αυτά προβάλλοντας νυχθημερόν από τα Μέσα Ενημέρωσης τα επιτεύγματα της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας και επιδεικνύοντας την εικόνα μιας Τουρκίας που χάρη στον ίδιο γίνεται παγκόσμια υπερδύναμη.

Ο Ερντογάν επένδυσε στο αφήγημα της «εμπιστοσύνης» και της «σταθερότητας». Αυτό απέδωσε στον πρώτο γύρο, αλλά ακόμη περισσότερο στον δεύτερο, αφού είχε ήδη εξασφαλίσει μέσω της Συμμαχίας του Λαού την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.

Η τουρκική λίρα

Το στοίχημα της επόμενης ημέρας για τον Ερντογάν είναι η οικονομία. Τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά και σε αρνητικά επίπεδα, ο προϋπολογισμός (από τη μία με τους σεισμούς και από την άλλη με τις γενναίες προεκλογικές παροχές) εκτροχιάζεται, το έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών είναι στο «κόκκινο», ο εσωτερικός και εξωτερικός δανεισμός αυξάνεται και η λίστα των οικονομικών δεικτών που είναι στο «κόκκινο» μακραίνει.

Η πρώτη οικονομική εξέλιξη που αναμένουν τώρα οι περισσότεροι πολίτες είναι η κατάρρευση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου και του ευρώ. Διατηρήθηκε υπερτιμημένη όλο αυτό το διάστημα πριν από τις εκλογές, ωστόσο αυτή δεν είναι μια βιώσιμη κατάσταση. Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές βρέθηκε στο ιστορικά χαμηλότερο επίπεδο έναντι του δολαρίου και σχηματίστηκαν ουρές έξω από τα ανταλλακτήρια.

 

Τα επιτόκια

Ο Ερντογάν βρίσκεται τώρα αντιμέτωπος με αυτή την οικονομική πραγματικότητα, ωστόσο, επιμένει ότι θα συνεχίσει την τρέχουσα οικονομική πολιτική που οδήγησε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση, στο επίκεντρο της οποίας είναι η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, αδιαφορώντας για τις πληθωριστικές πιέσεις. Ο ίδιος πιστεύει ότι θα υποχωρήσουν χάρη στις δοκιμασμένες στο παρελθόν, όπως διακηρύσσει, οικονομικές συνταγές του.

Για τον ηττημένο Κιλιτσντάρογλου η κατάσταση είναι πιο σκληρή για τον ίδιο προσωπικά, αλλά μονόδρομος για την αντιπολίτευση. Το πιθανότερο είναι ότι θα διαλυθεί η συμμαχία και θα δρομολογηθεί το πολιτικό του τέλος. Ήδη, αμέσως μετά τον πρώτο γύρο άρχισαν οι διεργασίες στη Συμμαχία της αντιπολίτευσης και αναμένεται τώρα να ξεκινήσει ο πόλεμος των επιγόνων.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή