Από το 2019 έως το 2021 67 εκατομμύρια παιδιά έχασαν δόσεις ή δεν έκαναν κανένα από τα βασικά εμβόλια εξαιτίας των προβλημάτων που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού, σύμφωνα με έκθεση της Unicef.

Πρόκειται για ένα γεγονός που πήγε τον κόσμο περισσότερα από 10 χρόνια πίσω σε ό,τι αφορά τον παιδικό εμβολιασμό, προειδοποίησε ο ΟΗΕ.

Στη διάρκεια των τριών αυτών ετών, λόγω της πίεσης που ασκούνταν στα συστήματα υγείας ή τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν για την ανάσχεση της πανδημίας του κορονοϊού, «υπονομεύθηκε περισσότερο από μία δεκαετία προόδου στον τακτικό εμβολιασμό των παιδιών», υπογράμμισε έκθεση της Unicef που δημοσιεύθηκε χθες, Τετάρτη 19/04.

Στην έκθεση αυτή, η Unicef προειδοποιεί ότι θα είναι «πρόκληση να επανέλθουμε στον σωστό δρόμο», ενώ εξέφρασε την ανησυχία της για τον κίνδυνο ξεσπάσματος επιδημιών πολιομυελίτιδας ή ιλαράς.

Σύμφωνα με την υπηρεσία του ΟΗΕ, η εμβολιαστική κάλυψη μειώθηκε σε 112 χώρες. Από το 2019 έως το 2021 το επίπεδο παιδικού εμβολιασμού παγκοσμίως μειώθηκε κατά 5 μονάδες, πέφτοντας στο 81%, το χαμηλότερο ποσοστό από το 2008.

Συγκεκριμένα, 67 εκατομμύρια παιδιά έχασαν δόσεις εμβολίων, κυρίως στην Αφρική και τη νότια Ασία, ενώ 48 εκατομμύρια εξ αυτών δεν έχουν λάβει κανένα εμβόλιο.

«Τα εμβόλια διαδραμάτισαν έναν πραγματικά σημαντικό ρόλο στη μακροζωία και την καλή υγεία των παιδιών», ενώ «οποιαδήποτε μείωση στο ποσοστό εμβολιασμού είναι ανησυχητική», τόνισε ο Μπράιαν Κίλι, επικεφαλής συντάκτης της έκθεσης.

Ο εμβολιασμός σώζει 4,4 εκατομμύρια ζωές κάθε χρόνο, υπογράμμισε η Unicef, ένας αριθμός που θα μπορούσε να φτάσει τα 5,8 εκατομμύρια, αν ο κόσμος κατάφερνε έως το 2030 να μειώσει στο μισό τον αριθμό των παιδιών που στερούνται βασικά εμβόλια και να πετύχει εμβολιαστική κάλυψη σε ποσοστό 90% για τα βασικά εμβόλια.

Προτού βρεθεί εμβόλιο για την ιλαρά, το 1963, η ασθένεια σκότωνε περίπου 2,6 εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως, κυρίως παιδιά. Ο αριθμός αυτός έπεσε στις 128.000 το 2021, αν και η ασθένεια αυτή ανησυχεί και πάλι τον ΟΗΕ.

Σε διάστημα τριών ετών, το ποσοστό εμβολιασμού κατά της ιλαράς –η οποία είναι τόσο μεταδοτική που απαιτεί ποσοστό εμβολιασμού 95% στην κοινότητα προκειμένου να επιτευχθεί συλλογική ανοσία— μειώθηκε από το 86% στο 81%, σύμφωνα με την έκθεση. Παράλληλα ο αριθμός των κρουσμάτων ιλαράς διπλασιάστηκε το 2022 σε σχέση με το 2021.


Μείωση της εμπιστοσύνης

Ακόμα, στην έκθεσή της η Unicef εκφράζεται ανησυχία για τη μείωση της εμπιστοσύνης που δείχνουν οι άνθρωποι στα εμβόλια σε 52 από τις 55 χώρες που έγινε έρευνα.

«Τα στοιχεία αυτά είναι ένα ανησυχητικό προειδοποιητικό σημάδι», επισήμανε η επικεφαλής της Unicef Κάθριν Ράσελ.

«Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε η εμπιστοσύνη προς τα εμβόλια ρουτίνας να γίνει ακόμα ένα θύμα της πανδημίας», πρόσθεσε.

«Σε διαφορετική περίπτωση το επόμενο κύμα θανάτων ενδέχεται να είναι μεγάλος αριθμός παιδιών με ιλαρά, διφθερίτιδα ή κάποια άλλη ασθένεια που μπορεί να προληφθεί», σημείωσε.

Σε χώρες όπως η Παπούα Νέα Γουινέα και η Νότια Κορέα μειώθηκε κατά 44% το ποσοστό των ερωτηθέντων που συμφώνησε με τη φράση «τα εμβόλια είναι σημαντικά για τα παιδιά». Στην Γκάνα, τη Σενεγάλη και την Ιαπωνία μειώθηκε κατά ένα τρίτο, ενώ στις ΗΠΑ κατά 13,6%.

Στην Ινδία, την Κίνα και το Μεξικό η εμπιστοσύνη προς τα εμβόλια παρέμεινε σε γενικές γραμμές στα ίδια επίπεδα ή αυξήθηκε.

Παρά τα στοιχεία αυτά, «υπάρχουν λόγοι για να είμαστε αισιόδοξοι για το γεγονός ότι οι υπηρεσίες επαναλειτουργούν σε έναν αριθμό χωρών», εκτίμησε ο Κίλι, κάνοντας λόγο για «ενθαρρυντικά» προκαταρκτικά στοιχεία για το 2022.

*Πληροφορίες: ΑΠΕ-ΜΠΕ