Εν μέσω των βομβαρδισμών και της φρίκης του πολέμου, κάποιοι άνθρωποι, στα περίχωρα του Κιέβου αλλά και αλλού, διοργάνωσαν σεξουαλικά πάρτυ, ως αντιστάθμισμα στα όσα βιώνουν καθημερινά.

 Ο Σλοβένος φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ, με σημερινό του άρθρο στον ιστότοπο Project Syndicate υπερασπίζεται χωρίς περιστροφές τις πρωτοβουλίες αυτές λέγοντας πως αποτελούν μία «νίκη της ζωής» μπροστά στη φρίκη του πολέμου. Παρότι πολλοί άνθρωποι, ακόμη και στη χώρα μας, δείχνουν να διστάζουν να πάρουν θέση στον πόλεμο, εάν δεν παίρνουν ανοιχτά θέση υπέρ της Ρωσίας, ο Ζίζεκ, μολονότι Αριστερός και πάλαι ποτέ υπερασπιστής του ΣΥΡΙΖΑ, έχει υποστηρίξει ανοιχτά, μήνες τώρα, τον αγώνα τον Ουκρανών.

 Σήμερα, στην περίπτωση τον σεξουαλικών πάρτυ, προκειμένου να ξεδιπλώσει το επιχείρημά του ξεκινά με μια ρητορική ερώτηση «Γιατί άραγε να θέλει κάποιος, εν μέσω πολέμου, να πάρει μέρος σε μία τέτοια "εκδήλωση"»;

 Για την απάντηση στο ερώτημα αυτό χρησιμοποιεί τα ίδια τα λόγια ενός από τους συμμετέχοντες: «Είναι το αντίθετο της απελπισίας. Ακόμη και τη χειρότερη στιγμή, οι άνθρωποι θα αναζητήσουν κάτι καλό. Αυτή είναι η μεγάλη αισιοδοξία των Ουκρανών». Μία απάντηση που ο φιλόσοφος μας ενθαρρύνει να πάρουμε κατά λέξη χωρίς κάποια ψευδό-φροϋδική ανάλυση σύμφωνα με την οποία το συλλογικό τραύμα αυτών των ανθρώπων θα είχε επιταχύνει την αποσύνθεση των ατομικών τους αναστολών. Δε μασάει τα λόγια του: «Σε μια εποχή ακραίας αγωνίας, ένα όργιο μπορεί να είναι κάτι που καταφάσκει στη ζωή», λέει.

 «Οι πραγματικά απολίτιστες πράξεις είναι τα εγκλήματα της Ρωσίας»

Προς όσους ηθικολογούν και λένε πως «ναι μεν αλλά» τα πάρτι αυτά συνιστούν πράξεις απολίτιστες και δείχνουν μία ηθική έκπτωση, απαντά:

 «Οι πραγματικά απολίτιστες σεξουαλικές πράξεις είναι αυτές που διαπράττουν οι Ρώσοι στρατιώτες και οι ηγέτες τους. Σύμφωνα με την Πραμίλα Πάτεν, την ειδική εκπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών για τη σεξουαλική βία, οι Ρώσοι διοικητές χορηγούν Viagra στα στρατεύματά τους. Οι σεξουαλικές επιθέσεις σε γυναίκες της Ουκρανίας είναι μια “σκόπιμη τακτική για την προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας των θυμάτων”, ανέφερε η εκπρόσωπος του ΟΗΕ στο Γαλλικό Πρακτορείο».

  Με πικρία ο «Γίγαντας της Λιουμπλιάνα» παρατηρεί ότι και στην πατρίδα του η ιδεολογική τύφλωση ορισμένων, δεν τους επιτρέπει να δουν τα πράγματα όπως έχουν. Ο Matjaž Gams, μέλος του σλοβενικού κοινοβουλίου, παρατήρησε για τα σεξουαλικά πάρτυ των Ουκρανών πως «ο πολιτισμός μπαίνει σε μία φάση παρακμής» κι ότι «εμφανίζονται περίεργες και νοσηρές ιδέες».

 «Τι είναι, όμως, πιο περίεργο και νοσηρό: ένα σεξουαλικό πάρτι (όπου όλες οι δραστηριότητες είναι εθελοντικές και συναινετικές) ή οι αδιάκριτες επιθέσεις της Ρωσίας σε αστικές υποδομές και πολίτες, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του βιασμού ως στρατιωτικής τακτικής;» διερωτάται ο φιλόσοφος.

 «Νοσηροί είναι όσοι ζητούν συμβιβασμό με τη Ρωσία»

Και συνεχίζει: «εξίσου νοσηρό είναι και το δυτικό ειρηνιστικό επιχείρημα ότι η Ευρώπη πρέπει να στείλει μια μεγάλη αντιπροσωπεία στη Ρωσία για να αρχίσει να διαπραγματεύεται τους όρους της ειρήνης», αντιλέγει στοχοποιώντας όσους διεθνώς στηρίζουν τη λύση του "συμβιβασμού". «Αυτό ακριβώς θέλει το Κρεμλίνο», λέει. «[Η λύση αυτή] θα ενίσχυε το επιχείρημα του ίδιου του Πούτιν ότι η Ουκρανία είναι απλώς ένα ρωσικό παράρτημα και όχι μια πραγματική χώρα με δική της ταυτότητα».

 Κι αν αυτή η προσέγγιση δείχνει αδιέξοδη, ο Ζίζεκ προτείνει τη λύση: «Τι μένει λοιπόν να κάνουμε; Να ενισχύσουμε εκείνους που μέσα στη Ρωσία, αλλά και στους δορυφόρους της αντιστέκονται στον πόλεμο».

  Αν κάτι πρέπει να κάνουν οι Ουκρανοί, είναι να βρουν τη δύναμη και να διαχωρίσουν τους Ρώσους συμμάχους από τους Ρώσους εχθρούς. Να διεθνοποιήσουν περαιτέρω τον αγώνα τους κυρίως εντός της Ρωσίας και των δορυφορικών της κρατών, καθώς «η ιδέα μίας Ευρώπης ενοποιημένης με τη Ρωσία πρέπει να εγκαταλειφθεί, ο πραγματικός κίνδυνος για την Ευρώπη αυτή τη στιγμή δεν είναι η Κίνα αλλά η Ρωσία».

 Η Ουκρανία έχει όλα τα δίκια με το μέρος της και, όπως καταλήγει σκωπτικά ο φιλόσοφος, «αν είναι κάπου που η Ουκρανία χάνει ένα μέρος του ηθικού της πλεονεκτήματος είναι όσο δε καταφέρνει να διεθνοποιήσει τον αγώνα της, και όχι σε κάποια διονυσιακή μάζωξη στα περίχωρα του Κιέβου».