«Οι υπουργοί είχαν την ίδια συζήτηση που έχουν εδώ και εβδοµάδες», ανέφερε διπλωµάτης µιλώντας στο Politico σχετικά µε τα τεκταινόµενα στη Σύνοδο των υπουργών Ενέργειας την περασμένη Τρίτη στο Λουξεµβούργο.

Η αδυναµία συµφωνίας στα τεχνικά, µετά τη διαφαινόµενη πολιτική συµφωνία που είχε θεωρητικά επιτευχθεί επί των αρχών στη Σύνοδο Κορυφής της προπερασµένης εβδοµάδας, αποδεικνύεται και από την απόφαση να µεταθέσουν τις όποιες αποφάσεις σε νέα, έκτακτη σύνοδο στις 24 Νοεµβρίου και ενώ πια θα µπαίνει η Ευρώπη στην καρδιά του χειµώνα.

Ο αντίκτυπος του συµβουλίου των διχασµένων υπουργών Ενέργειας έγινε αισθητός και στις αγορές ενέργειας, µε τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης για το φυσικό αέριο να ανεβαίνουν κατά 5% την επόµενη µέρα, παρότι γενικώς η τιµή του φυσικού αερίου είχε πέσει αυτή την εβδοµάδα, λόγω της καλοκαιρίας, αλλά και των αποθεµάτων που έχουν µέχρι στιγµής οι αποθήκες φυσικού αερίου στην Ευρώπη χάρη στις εισαγωγές LNG.

Μια πτώση που χαρακτηρίζονται προσωρινή, ενώ όλοι προειδοποιούσαν πως δεν θα πρέπει να αποτελεί λόγο επανάπαυσης. Μέσα στη γενικότερη ασυµφωνία των εθνικών κυβερνήσεων, ξεχωριστό «αγκάθι» αποτελεί το ρήγµα που έχει δηµιουργηθεί στις διµερείς σχέσεις Γαλλίας - Γερµανίας.

Στο τραπέζι παραµένει το θέµα ενός «δυναµικού διαδρόµου» για τις συναλλαγές χονδρικής, που θα αντιµετωπίζει το ζήτηµα των βίαιων µεταβολών στις τιµές
Ο Γάλλος πρόεδρος, Εµανουέλ Μακρόν, εγκάλεσε δηµοσίως την «αποµονωµένη» Γερµανία, ενώ ο Γερµανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, αντέκρουσε την κατηγορία, χωρίς να κάνει βήµα πίσω στην άρνησή του στο κοινό πλαφόν στην τιµή του φυσικού αερίου στη «χονδρική». Το µεγάλο «αγκάθι» της Συνόδου της Τρίτης ήταν το πολυσυζητηµένο πλαφόν για τις τιµές του φυσικού αερίου στο ολλανδικό χρηµατιστήριο TTF και άλλες αγορές, µε την Ευρωπαία επίτροπο Ενέργειας, Κάντρι Σίµσον, να δηλώνει πως έως τα τέλη Νοεµβρίου η Κοµισιόν «θα εργαστεί» για την επεξεργασία του τρόπου εφαρµογής του πλαφόν στο TTF, ώστε να διασφαλίζεται η επάρκεια τροφοδοσίας, χωρίς να προσδιορίζει πότε θα υπάρξει πρόταση, και κάνοντας λόγο για µέτρο για έκτακτες συνθήκες και για µικρό χρονικό διάστηµα.

Το πρακτορείο Bloomberg χαρακτήρισε «απίθανη» µια συµφωνία για το πλαφόν, µε δεδοµένες τις έντονες αντιδράσεις των κρατών που ανησυχούν για τις επιπτώσεις στην προµήθεια αερίου, µε προεξάρχουσες τη Γερµανία και την Ολλανδία, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται Βέλγιο, Ιταλία, Πολωνία και 12 ακόµα χώρες µεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Μάλιστα, την ώρα που υπουργοί κρατών υπέρ µιας γρήγορης εφαρµογής, όπως ο Κώστας Σκρέκας, υπογράµµιζαν πως «τώρα είναι η ώρα να προχωρήσουµε σε συγκεκριµένες πρωτοβουλίες», ο Ολλανδός υπουργός Κλίµατος και Ενέργειας, Ροµπ Γιέτεν, δήλωσε πως η χώρα του έχει «µια σειρά ερωτήσεων για τις παρεµβάσεις στην αγορά αερίου», κάνοντας έκκληση αντ’ αυτού για σκληρότερα µέτρα ενεργειακής εξοικονόµησης, ώστε να επιτευχθεί έλεγχος στις τιµές.

Τι συζητήθηκε

______
Οι υπουργοί συµφώνησαν να εστιάσουν στις κοινές προµήθειες φυσικού αερίου, ενώ στο τραπέζι παραµένει το θέµα ενός «δυναµικού διαδρόµου» για τις συναλλαγές χονδρικής στο φυσικό αέριο, που θα αντιµετωπίζει το ζήτηµα των βίαιων µεταβολών στις τιµές (µε κίνητρα για µείωση της κατανάλωσης ενέργειας και τη µετάβαση από το φυσικό αέριο προς τις ανανεώσιµες πηγές). Συµφωνήθηκε επίσης η αναθεώρηση της πρότασης για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (EPBD), ως µέρος της δέσµης µέτρων «Fit for 55», που θέτει στόχο για την απαλλαγή του κτιριακού αποθέµατος από τις εκποµπές CO2 έως το 2050. Οσον αφορά το δεύτερο ενδεχόµενο, αυτό ενός πλαφόν, ειδικά στην τιµή του φυσικού αερίου που προορίζεται για ηλεκτροπαραγωγή, η κ. Σίµσον είπε πως για τη συγκεκριµένη πρόταση δεν έχει εξασφαλισθεί η απαραίτητης κλίµακας οµοφωνία µεταξύ των κρατών-µελών, ώστε να συµπεριληφθεί καν σε προτεινόµενο Κανονισµό.

Νωρίτερα, σε non paper που διένειµε πριν από τη συνάντηση, η Κοµισιόν απέρριψε το λεγόµενο «Ιβηρικό µοντέλο», δηλαδή εκείνο του πλαφόν µε παράλληλη επιδότηση του ακριβότερου παραγωγού (δηλαδή των παραγωγών φυσικού αερίου), εκφράζοντας ανησυχίες για το ύψος της επιδότησης που θα κληθούν να πληρώσουν οι χώρες που βασίζονται στο φυσικό αέριο (όπως η Γερµανία), και το ενδεχόµενο να επωφεληθούν άλλες ευρωπαϊκές χώρες που θα εισαγάγουν δυνητικά την επιδοτούµενη ενέργεια (π.χ., το Ηνωµένο Βασίλειο ή η Ελβετία), ενώ η εσωτερική αναδιανοµή θα ωφελούσε -όπως ανέφερε το non paper- άλλα κράτη, όπως η Γαλλία. Αντίθετα, η Κοµισιόν προτείνει τη σύναψη µακροπρόθεσµων συµβολαίων µε παραγωγούς Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας και πυρηνικής ενέργειας , µε διαγωνισµό, µε βάση το πραγµατικό κόστος παραγωγής, το οποίο θεωρεί πως µπορεί να εφαρµόσει γρήγορα, βοηθώντας στην αντιµετώπιση του πληθωρισµού.