Η Μόσχα κρατά στα χέρια της και ελέγχει αυτόν τον καιρό την ενεργειακή κάνουλα που τροφοδοτεί την Ευρώπη. Από την άλλη, οι κρατικοί ρωσικοί κολοσσοί του πετρελαίου και του φυσικού αερίου µόνο αποκλειστικά κρατικοί δεν είναι πλέον, µε τα βρετανικά, γερµανικά, γαλλικά, ελβετικά και καταριανά συµφέροντα αλλά και αµερικανικά funds να διαχειρίζονται τα µετοχικά πακέτα των πάλαι ποτέ Σοβιετικών γιγάντων. Παράλληλα, και η ρωσική κυβέρνηση αλλάζει τα χαρτοφυλάκια, προκειµένου να διαφύγει, µε διαφορετικό µετοχικό µείγµα, των αµερικανικών κυρώσεων.

Όσο για τα ∆ιοικητικά Συµβούλια των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών, σε αυτά φιγουράρουν, εκτός από πρώην πρωθυπουργούς της Ρωσίας και ολιγάρχες, δύο πρώην καγκελάριοι της Γερµανίας και της Αυστρίας και διάφοροι ∆υτικοί επιχειρηµατικοί παράγοντες.

ROSNEFT

Φέτος η ρωσική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου Rosneft κατατάχθηκε πρώτη μεταξύ των ρωσικών εισηγμένων ενεργειακών στη λίστα Forbes 2021 Global 2000. Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της είναι, ως γνωστόν, ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας (στη διάρκεια της θητείας του οποίου είχε προχωρήσει ο αγωγός Nordstream) Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος -διευκρινίζεται- δεν κατέχει μετοχές της Rosneft. Διευθύνων σύμβουλος, ο Ιγκορ Σέτσιν, πρώην αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσίας, ολιγάρχης και στενός συνεργάτης του Πούτιν (γνωστός με το παρατσούκλι Νταρθ Βέιντερ), ο οποίος ανήκει στον στενό πυρήνα των «σιλόβιτσι», των ανθρώπων του Ρώσου προέδρου που προέρχονται από τις μυστικές υπηρεσίες.

Ακόμη, στο Δ.Σ. συμμετέχουν ο πρώην διευθύνων σύμβουλος του αγωγού Nordstream 2 και πρώην μεγαλοστέλεχος της Dresdner Bank, Γερμανός Ματίας Γουόρνιγκ, που έγινε στόχος αμερικανικών κυρώσεων, και εκπρόσωποι των άλλων μεγαλομετόχων της Rosneft, δηλαδή της βρετανικής πετρελαϊκής BP και του Επενδυτικού Ταμείου του Κατάρ. Μεταξύ των μελών του Δ.Σ., πάντως, που κατέχουν μετοχές της εταιρείας είναι ο βελγικής καταγωγής Ντιντιέ Κασιμίρο, ο οποίος τελεί και διευθύνων σύμβουλος της ρωσικής πετρελαϊκής Bashneft. Αναλυτικά, το ρωσικό κράτος διατηρεί στη Rosneft ποσοστό άνω του 60% συνολικά, κυρίως μέσω της κρατικής Rosneftegaz, του Ρωσικού Κεντρικού Αποθετηρίου Τίτλων αλλά και των δύο θυγατρικών της Rosneftegaz, ΡΝNeftKapitalInvest και RN-Capital (στην προσπάθεια της Μόσχας να αναδιαρθρώσει το κρατικό μετοχικό πακέτο, με στόχο την αποφυγή των αμερικανικών κυρώσεων). Ταυτόχρονα, η βρετανική British Petroleum (BP) κατέχει το 19,75% των μετοχών και η ΟΗ Οil Investments LLC το 18,46%.

Η τελευταία είναι το όχημα διά του οποίου μετέχει στη Rosneft το επενδυτικό κονσόρτσιουμ του κρατικού Επενδυτικού Ταμείου του Κατάρ και της βρετανοελβετικής εταιρείας Glencore. Η BP θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Δυτικούς επενδυτές στη Ρωσία, έχοντας ανοίξει το πρώτο της γραφείο στη Μόσχα το 1990, ενώ συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τη Rosneft το 1998, σε γεωτρήσεις στη νήσο Σαχαλίνη. H Rosneft συνεργάζεται επίσης με την ολλανδική Vitol, σε κονσόρτσιουμ της οποίας με τη Mercantile & Maritime του Πακιστανού πολυεκατομμυριούχου Μουρτάζα Λακάνι πούλησε πρόσφατα ποσοστό 5% της θυγατρικής της Vostok Oil. Ακόμα ένα ποσοστό 10% της Vostok Oil απέκτησε η ελβετική πολυεθνική εταιρεία εμπορευμάτων Trafigura.

6


GAZPROM

Ο ρωσικός κρατικός κολοσσός φυσικού αερίου Gazprom, από την πρώτη θέση μεταξύ των εισηγμένων ρωσικών εταιρειών στη λίστα Forbes το 2000, έπεσε στη φετινή κατάταξη στην 4η λόγω ζημιών ύψους 921 εκατ. δολαρίων το τελευταίο έτος. Πρόεδρος του Δ.Σ. του είναι ο πρώην πρωθυπουργός Βίκτορ Ζούμπκοβ, διευθύνων σύμβουλος ο Αλεξέι Μίλερ και επικεφαλής διαχειριστής ο Αντρέι Ακίμοβ, πρόεδρος του τραπεζικού βραχίονα της εταιρείας Gazprombank. Με βάση τη διάρθρωση του μετοχικού κεφαλαίου, το ρωσικό κράτος ελέγχει απευθείας αλλά και μέσω της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Διαχείρισης Κρατικής Περιουσίας και της Rosneftegaz συνολικά το 50,23% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας. Δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος είναι η αμερικανική επενδυτική Bank of New York Mellon, με ποσοστό 16,7%, παρέχοντας σε θεσμικούς επενδυτές, διαχειριστές κεφαλαίων, τη δυνατότητα να επενδύουν σε ADRs (αμερικανικές αποδείξεις αποθετηρίου) της Gazprom. Ανάμεσά τους είναι η Capital Research and Management, η JP Morgan Asset Management, η Lazard, η Blackrock, η βρετανική Schroder Investment κ.ά.

NOVATEK

Η μεγαλύτερη ιδιωτική εταιρεία φυσικού αερίου της Ρωσίας ανήκει κατά 28% στον Ρώσο δισεκατομμυριούχο Λεονίντ Μίκελσον, με προσωπική περιουσία 23,6 δισ. δολάρια, και κατά 23% στον όμιλο Volga Group του μεγιστάνα Γκενάντι Τιμτσένκο της πετρελαϊκής Gunvor, στενού φίλου του Πούτιν, που είχε στο παρελθόν κατηγορηθεί ότι ξέπλενε «μαύρο» χρήμα στο αμερικανικό τραπεζικό σύστημα, ενώ μπήκε πρόσφατα μαζί με τον Ρώσο πρόεδρο στο στόχαστρο της έρευνας των Pandora Papers, με στοιχεία που τον ήθελαν να έχει λάβει σημαντικά χρηματικά ποσά από εκείνον μέσω ανώνυμων εταιρειών. Ενα ποσοστό της τάξης του 16% κατέχει στη Novatek η γαλλική ενεργειακή Total Energies και 9,4% η Gazprom. Πρόσφατα, μάλιστα, η Novatek πούλησε στην Total ένα ποσοστό 10% του βραχίονά της στη μεταφόρτωση LNG, ενώ από το 2018 η Total ελέγχει το 10% του πρότζεκτ υγροποιημένου φυσικού αερίου της Novatek Arctic LNG 2 στη Βόρεια Σιβηρία.

2_6

LUKOIL

Η εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου (στην οποία είχε εξαγοράσει στο παρελθόν ποσοστό έως και 20% η αμερικανική ConocoPhilips, το οποίο πούλησε έκτοτε) είναι ιδιωτική και ανήκει κατά 26% στον εδώ και πολλά χρόνια διευθύνοντα σύμβουλό της, δισεκατομμυριούχο, με περιουσία 19,6 δισ. δολαρίων, Βαγκίτ Αλεκπέροβ, με καταγωγή από τη Ρωσία και το Αζερμπαϊτζάν, και κατά 9,2% στον επίσης δισεκατομμυριούχο, πρώην στρατιωτικό Λεονίντ Φεντούν, μέτοχο και στη Spartak Moscow. Αξιοσημείωτο είναι πως στο Διοικητικό Συμβούλιό της μετέχει ο Αυστριακός πρώην καγκελάριος -μέλος επίσης του Δ.Σ. της γερμανικής ενεργειακής RWE AG και πρόεδρος στο Ιδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ- Βόλφγκανγκ Σιούσελ.

4_5

TRANSNEFT

Ο μονοπωλιακός διαχειριστής του ρωσικού δικτύου φυσικού αερίου βρέθηκε πρόσφατα επίσης στο μικροσκόπιο των Pandora Papers, καθώς φαίνεται πως λειτουργούσε εντός της εταιρείας κύκλωμα πλουτισμού των υπεργολάβων που αναλάμβαναν μεγάλα συμβόλαια. Ενας από αυτούς, ο Βίκτορ Φεντότοβ, δωρητής του βρετανικού κόμματος των Τόρις με το ποσό του 1,1 εκατ. στερλινών, μαζί με τον Αλεξάντερ Τεμέρκο, φίλο του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον, φέρεται να είχε «αρμέξει» από την Transneft μέσω της εταιρείας Vniist περί τα 140 εκατ. δολάρια.

Ο πρώτος που είχε κατηγορήσει, πάντως, την Transneft για διαφθορά ήταν ο αντιπολιτευόμενος φυλακισμένος ακτιβιστής και πολέμιος του καθεστώτος Πούτιν, Αλεξέι Ναβάλνι. Ο Ναβάλνι, νεαρός δικηγόρος το 2010, έδωσε στη δημοσιότητα μια εσωτερική έκθεση που είχε συντάξει η Transneft κατόπιν αιτήματος των ρωσικών ελεγκτικών Αρχών και στην οποία γινόταν λόγος για απάτη. Ο Ναβάλνι υπήρξε μικρομέτοχος στην Transneft, όπως και στην Gazprom, και με αυτόν τον τρόπο είχε πρόσβαση σε έγγραφα των εταιρειών, ξεκινώντας μια ακτιβιστική δράση που τον έκανε persona non grata. Εκείνη η υπόθεση είχε κλείσει χωρίς διώξεις, με τον Πούτιν να δηλώνει το 2011 ότι «σας διαβεβαιώνω πως, αν είχε γίνει κάτι εγκληματικό, θα βρίσκονταν (οι ένοχοι) πίσω από τα σίδερα της φυλακής εδώ και καιρό». Διευθύνων σύμβουλος της Transneft είναι ο ολιγάρχης Νικολάι Τοκάρεβ, πρώην KGBίτης, «σταθμευμένος» στην πρώην Ανατολική Γερμανία, όπου και γνώρισε τον Βλαντιμίρ Πούτιν.

3_6