Τους εφήβους στο εµβολιαστικό πρόγραµµα κατά του κοροναϊού ενέταξαν µέσα στο καλοκαίρι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, και όχι µόνο, ενόψει του ανοίγµατος των σχολείων και προκειµένου να περιορίσουν την εξάπλωση της µετάλλαξης Δέλτα. Σε λίγες περιπτώσεις ο εµβολιασµός είναι υποχρεωτικός, όπως, π.χ., στο Λος Άντζελες των ΗΠΑ, ενώ σε µεµονωµένες χώρες έχει ξεκινήσει ο εµβολιασµός και των µικρών παιδιών. Για παράδειγµα, στην Κίνα ξεκίνησε ο εµβολιασµός κάποιων παιδιών άνω των 3 (!) από τον Ιούνιο, ενώ στη Χιλή έχει εγκριθεί ο εµβολιασµός των άνω των 6 ετών, αν και δεν έχει ξεκινήσει ακόµη ο εµβολιασµός.

Έμφαση στους κάτω των 18 για εμβολιασμό

Τις τελευταίες ηµέρες η συζήτηση άνοιξε ξανά στη Βρετανία, καθώς η επιτροπή των «σοφών» (CMO) για το θέµα γνωµοδότησε υπέρ του εµβολιασµού της ηλικιακής οµάδας 12-15 ετών. Φαίνεται πως υπήρξε µια διχογνωµία, καθώς στις 3 Σεπτεµβρίου ένα άλλο σώµα, η Επιτροπή για τους Εµβολιασµούς και την Ανοσοποίηση (JCVI), είχε γνωµοδοτήσει κατά (οι έφηβοι 16-18 ετών εµβολιάζονται ήδη από τις 23 Αυγούστου), µε το σκεπτικό πως τα οφέλη δεν είναι επαρκή για να στηρίξουν την πρόταση για µαζικό εµβολιασµό. Εκ των υστέρων, όµως, οι «σοφοί» αποφάσισαν διαφορετικά, λαµβάνοντας υπόψη τη γενικότερη εικόνα, που έχει να κάνει µε την εύρυθµη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήµατος.

Στο επίκεντρο της διχογνωµίας βρίσκεται και µια µελέτη του Χάρβαρντ, που αναφέρει πως στα 300 εκατ. εµβολιασµούς στις ΗΠΑ, 1.000 περιπτώσεις εµφάνισαν µυοκαρδίτιδα ή περικαρδίτιδα, στην πλειονότητά τους έφηβοι και νεαροί ενήλικοι. Ωστόσο, ποσοστό 79% των επιπλοκών είχαν ήπια συµπτώµατα. Στη Γαλλία, αντίθετα, η κατεύθυνση εδώ και καιρό είναι προς την (έµµεση) πίεση για εµβολιασµό. Κι αυτό γιατί από τις αρχές Οκτωβρίου θα τεθεί σε ισχύ το υγειονοµικό πάσο {pass sanitaire) και για τους κάτω των 18, που σηµαίνει ότι οι έφηβοι θα πρέπει να επιδεικνύουν αποδεικτικό εµβολιασµού ή αρνητικό τεστ 72 ωρών για να αποκτήσουν πρόσβαση σε κινηµατογράφους ή εστιατόρια. Η Γαλλία ήταν από τις πρώτες χώρες που έδωσαν τη δυνατότητα εµβολιασµού των 12χρονων-17χρονων, στις 15 Ιουνίου. Και ήδη το 68% αυτών έχει λάβει τη µία δόση, ενώ ποσοστό 56% έχει εµβολιαστεί πλήρως.



Τα ποσοστά εμβολιασμού στην Ευρώπη

Υψηλά είναι τα ποσοστά εµβολιασµού και στην Ιταλία. Τον Ιούλιο ξεκίνησαν τα ραντεβού για τους εφήβους 12-15 ετών, ενώ από τις 16 Αυγούστου όλοι οι έφηβοι (12-18) µπορούν να εµβολιαστούν χωρίς ραντεβού. Υπολογίζεται πως το 62,43% έχει λάβει µία δόση και το 44,95% και τις δύο.

∆ιστακτικοί, αντίθετα, ήταν οι Γερµανοί. Αρχικά, η αρµόδια επιτροπή (STIKO) γνωµοδότησε να εµβολιάζονται µόνο οι ανήλικοι µε υποκείµενα νοσήµατα. Οµως, στις 16 Αυγούστου η οδηγία αναθεωρήθηκε υπέρ του εµβολιασµού όλων των άνω των 12 ετών. Σήµερα, ποσοστό 36,7% έχει λάβει τη µία δόση του εµβολίου και ποσοστό 25,8% και τις δύο. Στο άλλο άκρο βρίσκεται η Ιρλανδία, όπου ο εµβολιασµός της ηλικιακής οµάδας 12-15 άνοιξε στις 11 Αυγούστου και έχει λάβει µία δόση το 90,2% και τις δύο το 85,1% του έφηβου πληθυσµού.

Στην Ισπανία, η σχετική απόφαση εναπόκειται στις περιφερειακές Αρχές. Σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία, το 79,2% ηλικίας 12-19 έχουν ήδη λάβει τη µία δόση. Στη ∆ανία, που έδωσε το «πράσινο φως» τον Ιούνιο, το ποσοστό των πλήρως εµβολιασµένων εφήβων ανέρχεται στο 83,5%.

Αντίθετα, η Σουηδία επέτρεψε τον εµβολιασµό µόνο για τις ηλικίες 16-18 ετών τον Αύγουστο, ενώ µέχρι στιγµής προτρέπει τους νεότερους εφήβους (12-15) να εµβολιάζονται µόνο σε περίπτωση υποκείµενου νοσήµατος. Στη Νορβηγία προσφέρεται µόνο η πρώτη δόση, µε τη δεύτερη να αναµένεται να δοθεί την άνοιξη και αφού συγκεντρωθούν περισσότερα επιδηµιολογικά στοιχεία.

Κάτι τέτοιο αναµένεται να πράξει και η Βρετανία. Οι Αρχές των ΗΠΑ και του Καναδά είναι από τις πρώτες που έχουν εγκρίνει ήδη από τον Μάιο τη χρήση του εµβολίου της Pfizer για τα παιδιά άνω των 12 ετών. Εως το τέλος Ιουλίου στις ΗΠΑ το 42% της οµάδας 12-17 ετών είχαν λάβει τη µία δόση, ενώ το 32% και τις δύο.

Γεγονός που επέτρεψε να γίνει συγκριτική µελέτη, η οποία έδειξε ότι τα ποσοστά νοσηλείας ανηλίκων µε κοροναϊό ήταν 3,4-3,7 φορές περισσότερα στις Πολιτείες µε χαµηλά ποσοστά εµβολιασµού τους.