Η ΤΟΥΡΚΙΑ ήδη υπονοµεύει ανοικτά τις διερευνητικές συνοµιλίες µε επιθετικές ανακοινώσεις και λέει «γιοκ» στο ∆ιεθνές ∆ίκαιο της Θάλασσας. Θεωρητικά, τα όσα ακολούθησαν τη Σύνοδο Κορυφής της 10ης ∆εκεµβρίου κρατούν στο «σκαµνί» και «υπό εξέταση την παραβατική Τουρκία» έως τον Μάρτιο.

Στην πράξη, όµως, το ζήτηµα δεν αποτελεί µια υπόθεση ευρωτουρκικών σχέσεων, µε τον Ερντογάν στ’ αλήθεια αναγκασµένο να λογοδοτεί στην Ε.Ε. και να αναγνωρίσει το ∆ιεθνές ∆ίκαιο.

Στην πράξη, αυτό που συµβαίνει είναι ότι η διπλωµατία της ελληνικής κυβέρνησης πιέζεται από «τρίτους» να βρει τρόπους «συνεννόησης» µε την Αγκυρα για λόγους που βάζουν από την «πίσω πόρτα» συµµέτοχο στην υπόθεση το ΝΑΤΟ.

Με εργαλείο την έµµονη ευρωατλαντική στρατηγική αντίληψη που θεωρεί εξόχως σηµαντική τη διατήρηση της Τουρκίας εντός του ΝΑΤΟ και µακριά από την «αγκαλιά» του Πούτιν, κύκλοι της Ευρωπαϊκής Ενωσης κινούνται αναλόγως στα παρασκήνια.

Το ΝΑΤΟ δεν ενδιαφέρεται για την διεθνή νομιμότητα

Οταν οι θεσµικοί παράγοντες της Ε.Ε. διαχειρίζονται σήµερα την υπόθεση της στρατιωτικής απειλής δύο χωρών-µελών της από τη διεθνώς παράνοµη Τουρκία, δεν κινούνται υπολογίζοντας µόνο τις οικονοµικές σχέσεις της Αγκυρας µε τη Γερµανία και δυο-τρεις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Υπολογίζουν και την ισχυρή βούληση του ΝΑΤΟ, που δεν ενδιαφέρεται για τη διεθνή νοµιµότητα, αλλά µόνο να µη «χάσει» την Τουρκία.

Σήµερα, στην Αθήνα, οι αρµόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες δεν αγνοούν ότι παρασκηνιακά κινούνται συνεργαζόµενοι στην υπόθεση της Τουρκίας ο ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την εξωτερική πολιτική, Ζ. Μπορέλ (που από καιρό έχει άριστες σχέσεις και «ανοικτή γραµµή» µε την Αγκυρα) και ο γενικός γραµµατέας του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενµπεργκ. Στόχος είναι να αποφεύγει τις κυρώσεις κατά της Αγκυρας η Ε.Ε. και να τονίζεται η ανάγκη της ∆ύσης να κρατήσει οπωσδήποτε κοντά της την Τουρκία ως «αντιστάθµισµα»στην επιρροή της Ρωσίας.

Γι’ αυτό και ιδιαίτερα προβάλλεται από κύκλους και έντυπα προβολής του ΝΑΤΟ η προ ηµερών ανάθεση σε τουρκική διοίκηση της «Quick Reaction Force», που είναι σχεδιασµένη (από το 2014) για να «απαντά» στην «αυξηµένη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία.

Πίσω από αυτή την υπόθεση, που υπογραµµίζει τον παραλογισµό των σχέσεων της Τουρκίας ταυτοχρόνως µε το ΝΑΤΟ και µε τη Ρωσία, κινείται και η υπόθεση του «διαλόγου» της Αθήνας µε την Αγκυρα.

Σε «αναστολή» το ζήτημα των κυρώσεων

Η ελληνική κυβέρνηση καλείται, µε ευρωπαϊκή προτροπή και υπό τη σκιά του ΝΑΤΟ, να ξεκινήσει «απευθείας διάλογο» µε την Τουρκία, µε το ζήτηµα των «κυρώσεων» σε αναστολή και µε την Ε.Ε. να µην έχει σαφώς τοποθετηθεί στο θέµα της «ατζέντας» του διαλόγου, την οποία η Αγκυρα θέλει «διευρυµένη» (σ.σ.: Ο εκπρόσωπος της Κοµισιόν τόνισε την περασµένη εβδοµάδα την «αλληλεγγύη» της Ε.Ε. προς την Ελλάδα και είπε ότι µε τον διάλογο θα πρέπει να επιλυθούν «όλα» τα προς συζήτηση θέµατα...).

Η Αθήνα στις 25 Ιανουαρίου θα προβάλει τις θέσεις της για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, κατά τα διεθνώς προβλεπόµενα, απέναντι στην Αγκυρα, που επιµένει για συζήτηση «χωρίς προϋποθέσεις», µε διµερή πολιτικό διάλογο.

Η ελληνική διπλωµατία γνωρίζει ότι ο Ερντογάν θα παίξει ένα «blame game» έχοντας υπέρ αυτού τη «γνωµάτευση» των ∆υτικών εταίρων και συµµάχων για τη «στρατηγική» αξία της Τουρκίας.

Θα επιδιώξει να εµφανίσει κάθε αντίρρηση της Αθήνας για «διευρυµένη» ατζέντα ως άρνησή της για διάλογο, ώστε να την παρουσιάσει µονοµερώς υπεύθυνη για τη «συνέχεια» στα µάτια της Ε.Ε. Η Αθήνα, από την πλευρά της, θα αξιοποιήσει στο έπακρο το γεγονός ότι έχει γίνει διεθνώς και µε κατηγορηµατικό τρόπο αποδεκτό από Ευρωπαίους και Αµερικανούς ότι η Τουρκία παρανόµως κινείται στα νερά της «γαλάζιας πατρίδας» και ότι απειλεί την ειρήνη και την ασφάλεια στη Μ. Ανατολή.

Κανένα περιθώριο για συζήτηση για «γκρίζες ζώνες»

Το ζητούµενο από την Αθήνα σε αυτή την υπόθεση είναι η ακύρωση της «λογικής» του ΝΑΤΟ, που ευνοεί έναν «σύµµαχο» ο οποίος δεν κινείται ως µέλος του συστήµατος ασφαλείας των ∆υτικών, αλλά µε ξεκάθαρα αντιδυτικό πνεύµα, και επιζητεί τον ρόλο περιφερειακού αρχηγού των µουσουλµάνων µε «αυτοκρατορική» φιλοδοξία έως και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει κανένα περιθώριο να δεχθεί συζήτηση µε την Τουρκία για «γκρίζες ζώνες», αµφισβήτηση της υφαλοκρηπίδας των νησιών, αλλαγή θαλάσσιας συνοριακής γραµµής και αποστρατικοποίηση τω νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.

Οι κ. Κυρ. Μητσοτάκης, Ν. ∆ένδιας και Ν. Παναγιωτόπουλος δεν µπορούν να πουν «ναι» στην Τουρκία επειδή έτσι το θέλει ο Τούρκος πρόεδρος ή επειδή έχουν τη δική τους «άποψη» για τον ελληνοτουρκικό διάλογο το Βερολίνο, το ΝΑΤΟ και ο ύπατος της Ε.Ε., Ζ. Μπορέλ.

Ας σηµειωθεί ότι διπλωµατικοί παράγοντες στην Αθήνα συµφωνούν µε την άποψη Γάλλων και Αµερικανών αναλυτών, οι οποίοι υποστηρίζουν σήµερα ότι υπογείως, πλην συστηµατικώς, η Αγκυρα και η Μόσχα επιχειρούν από κοινού να αποδιοργανώσουν το ΝΑΤΟ, υποσκάπτοντας το κύρος του, καθώς το αναγκάζουν να διατηρεί εκβιαστικά στους κόλπους του ένα µέλος που είναι µόνο µε το ένα πόδι στη Συµµαχία, από την οποία µπορεί να µεταφέρει εµπιστευτικές «πληροφορίες» και στη Ρωσία..