Προς το τέλος της δεκαετίας του 2000 και τις αρχές αυτής του 2010 η μεγάλη συζήτηση για το μέλλον του Τύπου αφορούσε τη μετάβαση του στην ηλεκτρονική εποχή. Η εξέλιξη όμως των κοινωνικών δικτύων (κυρίως Facebook & Twitter) έδωσε μια νέα διάσταση στον προβληματισμό, που αφορούσε την δυνατότητα πλέον δημοσίων περσόνων (όχι απαραίτητα διασήμων με την κλασσική μορφή - αλλά “διασήμων” στα κοινωνικά δίκτυα με βάση τους ακολούθους) να διαδίδουν τις απόψεις τους και να έχουν ένα τεράστιο κοινό για να επηρρεάσουν.

Λίγο ή πολύ τα κοινωνικά δίκτυα αναδείχθηκαν πολύτιμο όπλο για την εκλογή του Ομπάμα στην Προεδρία των Η.Π.Α., ενώ το ίδιο ίσχυσε και για τον Τραμπ. Οι δύο υποψήφιοι χρησιμοποίησαν εντελώς διαφορετικά τα κοινωνικά δίκτυα με άλλους σκοπούς και άλλες στρατηγικές. Από το 2012 διαμορφώνεται ένα εντελώς διαφορετικό και επικίνδυνο σκηνικό στα social media.

Το σκάνδαλο της Cambridge Analytica αφορά τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών και τη χρήση τους από τους μεγάλους οργανισμούς οπότε εμπίπτει στην αρμοδιότητα των ρυθμιστικών αρχών, αλλά η δυνατότητα διάδοσης προσωπικών απόψεων / ιδεολογιών και η διασπορά fake news είναι κάτι για το οποίο πρέπει να αναλάβουν δράση τα ίδια τα κοινωνικά δίκτυα. Το θέμα πλέον είναι κατά πόσο ο παρεμβατισμός των εταιρειών στο περιεχόμενο των χρηστών αντικρούει στην ιδέα της ελευθερίας του λόγου στις πλατφόρμες αυτές.

Ο Τραμπ χρησιμοποίησε την δύναμη του λογαριασμού του στο Twitter και τους εκατομμύρια ακολούθους του όχι μόνο για να προωθήσει την προεκλογική του εκστρατεία αλλά για να μοιραστεί και τις ακραίες απόψεις του με ένα εκστασιασμένο κοινό που “χόρευε” στους ρυθμούς του “Make America Great Again” και ήταν έτοιμο να καταναλώσει πνευματικά οτιδήποτε έγραφε ο “ηγέτης” του “MAGA”. H εκλογή του στη θέση του Προέδρου των Η.Π.Α. δεν περιόρισε καθόλου τον Τραμπ που συνέχισε τις συχνές αναρτήσεις την δημοφιλή πλατφόρμα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι υφιστάμενοί του μάθαιναν είτε την χάραξη πολιτικής είτε την απόλυση τους (!) μέσω Twitter!

Η προσφάτη εισβολή στο Καπιτώλιο από εξτρεμιστές υποστηρικτές του απερχόμενου Προέδρου θεωρείται ότι υποκινήθηκε από τον ίδιο και οι χλιαρές αντιδράσεις του ενίσχυσαν αυτή την πεποίθηση. Το ίδιο το Twitter - που μήνες πριν και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου των Εκλογών του 2020 - είχε προσπαθήσει με διάφορους τρόπους να “συγκρατήσει” και να περιορίσει τα λεγόμενα του Προέδρου δεχόμενο τα πυρά του - έκλεισε τελικώς την σελίδα του Τραμπ, “κόβοντας” το σημαντικότερο μέσο επικοινωνίας με το κοινό του.

Η συζήτηση για το αν μπορούν οι εταιρείες να επεμβαίνουν στα γραφόμενα και τους λογαριασμούς προσώπων - και ειδικά τέτοια θέσης - προφανώς έχει ανάψει για τα καλά. Πόση δύναμη μπορεί να έχουν οι εταιρείες των κοινωνικών δικτύων απέναντι σε εκείνους που ρυθμίζουν την ύπαρξη τους; Θα μπορούσε π.χ. ο Τραμπ να στρεφόταν εναντίον του Twitter με κυρώσεις αν παρέμενε Πρόεδρος των Η.Π.Α.; Από την άλλη αν το έκανε αυτό, το Twitter θα μπορούσε να κλείσει μια για πάντα τον λογαριασμό του Προέδρου, στερώντας τον πιο άμεσο - και αποδεδειγμένα επιτυχημένο τρόπο - επικοινωνίας του με το κοινό;

Φυσικά ο Τραμπ είναι το πιο γνωστό και σημαντικό αλλά όχι μοναδικό παράδειγμα αυτής της σύγκρουσης μεταξύ εξουσίας / πολιτική και κοινωνικών δικτύων. Τα προσεχή χρόνια θα μας απασχολήσει ακόμα πιο έντονα το συγκεκριμένο θέμα, αφού από τη μια η αρχή της ελευθερίας του λόγο είναι θεμελιώδης, από την άλλη δεν μπορεί ο καθένας να εκφράζει απόψεις και ιδέες αντίθετες στις ανθρώπινες αξίες και ιδεώδη.

*Ο Στρατής Ζουμπουλιάς είναι σύμβουλος στρατηγικής επικοινωνίας