Τις τελευταίες ημέρες κινητοποιήθηκαν απέναντι στην Άγκυρα η Γαλλία και η Ρωσία, οι οποίες συμφωνούν με την πρόταση-πρωτοβουλία της Αιγύπτου για τη Λιβύη

Η αυξημένη επιθετικότητα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και η απροκάλυπτη στρατιωτική επέμβασή της στη Λιβύη προκαλούν ήδη αναταράξεις στο διεθνές σκηνικό μιας μεγάλης γεωπολιτικής περιοχής. Τις τελευταίες ημέρες κινητοποιήθηκαν απέναντι στην Άγκυρα, η καθεμία με τον τρόπο της, η Γαλλία και η Ρωσία, οι οποίες συμφωνούν με την πρόταση- πρωτοβουλία της Αιγύπτου για διευθέτηση του προβλήματος στη Λιβύη. Η Γαλλία, μάλιστα, ζήτησε από το ΝΑΤΟ να ασχοληθεί με τον «ολοένα και πιο επιθετικό και απαράδεκτο ρόλο» της Τουρκίας στη Λιβύη.

Για την Αθήνα έχει, όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι η Μόσχα φαίνεται διατεθειμένη να περάσει σε μια νέα φάση των, επί διετία, παγωμένων ελληνορωσικών σχέσεων και να στηρίξει απόλυτα την ελληνική θέση για τήρηση του ∆ιεθνούς ∆ικαίου στην υπόθεση των κυριαρχικών δικαιωμάτων των νησιών για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Οι εξελίξεις της αλλαγής κλίματος στο πεδίο των σχέσεων Αθήνας Μόσχας σημειώθηκαν μέσα σε λίγα 24ωρα.

Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Αθήνα, Αντρέι Μάσλοβ, δήλωσε στις 14 του μήνα στο Αθηναϊκό Πρακτορείο ότι «η αιγιαλίτιδα ζώνη, η υφαλοκρηπίδα, η ΑΟΖ των νήσων και η απαγόρευση χρήσης βίας είναι αυτονόητα πράγματα, κατά το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, που είναι ο μοναδικός φάρος για εμάς». Και σχεδόν ταυτόχρονα ανακοινώθηκε η αιφνίδια αναβολή των συνομιλιών της Άγκυρας με τον υπουργό Εξωτερικών, Σ. Λαβρόφ, και ήρθε στην κυβέρνηση η πληροφορία ότι τον κ. Μάσλοφ, που συμπλήρωσε έτη υπηρεσίας στην Αθήνα, θα διαδεχθεί ένα «βαρύ» όνομα: η κυρία Μαρία Ζαχάροβα, 44 ετών, εκπρόσωπος σήμερα του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας και στενή συνεργάτις του κ. Λαβρόφ.

ΝΤΟΜΙΝΟ

Με το ζήτημα της Λιβύης να γίνεται ολοένα και πιο «καυτό» και να κινητοποιεί μια σειρά από χώρες για την αντιμετώπιση της Τουρκίας, η απόφαση της Μόσχας να ανοίξει τώρα «παράθυρα» με την Ελλάδα έχει ιδιαίτερο βάρος. Και αυτό το ρωσικό άνοιγμα γίνεται την ώρα που το ΝΑΤΟ εκφράζει, διά στόματος του γενικού γραμματέα, Γ. Στόλτενμπεργκ, την «ανησυχία» του για την «αυξανόμενη ρωσική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Συρία και τη Λιβύη».

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Αθήνα και είναι ίσως ενδεικτική κάποιων «επόμενων» κινήσεων της Ουάσινγκτον η πρόταση του συμβούλου στον Λευκό Οίκο για θέματα Αν. Μεσογείου, Ουαλίντ Φαρές, ο οποίος ανέπτυξε την ιδέα μιας ναυτικής συμμαχίας της Ανατολικής Μεσογείου με Ελλάδα, Αίγυπτο, Ισραήλ, Κύπρο και Ανατολική Λιβύη (Κυρηναϊκή) και με θετική ανταπόκριση από το Ισραήλ και τον Λίβανο. Πρόκειται για μια ιδέα- παρέμβαση από την Ουάσινγκτον, η οποία διατυπώνεται την ώρα που η Ρωσία αυξάνει τη δική της «παρουσία» στην Ανατολική Μεσόγειο και η Γαλλία φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε κεντρικό Ευρωπαίο «παίκτη» στην ίδια περιοχή.

ΔΥΣΦΟΡΙΑ

Η εκδηλωμένη δυσφορία της Μόσχας για την έντονη στρατιωτική παρέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη με την αποστολή εκεί τζιχαντιστών «μαχητών» και τη διασφάλιση δύο βάσεων σε συμφωνία με τον Σάρατζ φέρνει τη Ρωσία να στηρίζει ξεκάθαρα την ελληνική άποψη για τις θαλάσσιες ζώνες και να αποδοκιμάζει την τουρκολιβυκή συμφωνία για οριοθέτηση ΑΟΖ. Επιπλέον, η Μόσχα έρχεται ακόμα πιο κοντά με την Αίγυπτο στην παρούσα φάση.

Η ελληνική κυβέρνηση, που εξαρχής στάθηκε «απέναντι» στον Σάρατζ, συμμερίζεται απόλυτα σήμερα την πολιτική του Καΐρου για την υπεράσπιση της Κυρηναϊκής σε συμφωνία και με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στη «γραμμή» αυτή, η Μόσχα έστειλε μέσω Συρίας να πετάξουν στη Λιβύη μαχητικά αεροσκάφη της, απαντώντας σε τουρκικές αεροπορικές «επιδείξεις» με F16 και πυραύλους αέρος-αέρος.

Η σοβαρή διαταραχή στις ρωσοτουρκικές σχέσεις, σε συνάρτηση με τα προβλήματα της Ελλάδας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, αποτελεί ένα νέο στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της. Η ελληνική διπλωματία «παρακολουθεί» τώρα τη στροφή της Μόσχας χωρίς να ξεχνά και ότι η Ρωσία κινήθηκε έως τώρα συνεργαζόμενη με την Τουρκία στη βάση των συμφερόντων της και όχι μιας κοινής στρατηγικής με τον Ερντογάν.

Η Αθήνα γνωρίζει, επίσης, σήμερα ότι ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν επιθυμεί να δώσει ώθηση στην επί δεκαετίες «ταλαιπωρούμενη» ευρασιατική σχέση με τη Γερμανία, που στηρίζει και η Γαλλία, με τη συλλογιστική ότι η Ρωσία δεν αποτελεί σήμερα «απειλή» για την Ευρώπη. Η Αθήνα βλέπει, λοιπόν, με ικανοποίηση να δέχεται από Ευρωπαίους, Αμερικανούς και Ρώσους «χτυπήματα» ο Ερντογάν για τις έκνομες συμπεριφορές του, αλλά η διπλωματία της υποχρεώνεται να κινηθεί σε ένα περίπλοκο περιβάλλον, που διαμορφώνουν ακριβώς οι εν λόγω παίκτες με παράλληλες ή και αντίθετες μεταξύ τους διαδρομές.