Με µια εκτενή επιστηµονική έκθεση για την πρώτη ευρωπαϊκή εκτίµηση των κλιµατικών κινδύνων, ο Ευρωπαϊκός Οργανισµός κρούει τον κώδωνα για τα µέτρα που πρέπει επειγόντως να αναλάβουµε ως Ελλάδα και ως Ευρώπη γενικότερα, µε σκοπό την αντιµετώπιση των τραγικών συνεπειών της κλιµατικής κρίσης. Το 2023 ήταν το θερµότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, αλλά και η συνέχεια των τριών πρώτων µηνών του 2024 δείχνει ότι χειµώνα δεν θα ζήσουµε στην Ελλάδα φέτος. Αυτό ίσως είναι ωραίο στα µάτια του κόσµου µε τις κυριακάτικες, ηλιόλουστες βόλτες ή αποδεικνύεται ανακουφιστικό στα άδεια πορτοφόλια, τα οποία δεν επιβαρύνονται και µε τη θέρµανση του σπιτιού, όµως οι επιπτώσεις της υπερθέρµανσης θα είναι τραγικές. Ενδεικτικό αυτού είναι τα στοιχεία από την εν λόγω έκθεση για τους καύσωνες του καλοκαιριού του 2022, οι οποίοι ευθύνονται για τον πρόωρο θάνατο 60.000- 70.000 ανθρώπων στην Ευρώπη.

Μέσα σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση που θα πρέπει να αντιµετωπίσουµε, µε τους παρατεταµένους καύσωνες, τις εκτεταµένες πληµµύρες και τις πυρκαγιές, η Αττική πρέπει να αναλάβει δράση. ∆εν είναι τυχαίο ότι η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σχολιάζοντας την έκθεση αυτή, προτείνει ως πρώτο βήµα δράσης τη συνεργασία για την ανθεκτικότητα στην κλιµατική αλλαγή µεταξύ εθνικού, περιφερειακού και τοπικού επιπέδου.

Η Περιφέρεια Αττικής θα βρίσκεται πάλι στο επίκεντρο το επόµενο διάστηµα και, για να µη ζούµε κάθε χρόνο τα ίδια και τα ίδια, µε ανθρώπους, περιουσίες, ζώα και το περιβάλλον να κινδυνεύουν ανά πάσα στιγµή, πρέπει επιτέλους να χωριστούν οι αρµοδιότητες το συντοµότερο δυνατό και να υπάρξει ένας οργανωτικός σχεδιασµός. Σε αυτή τη χώρα πρέπει κάτι να οργανωθεί σωστά. ∆εν είναι όλα «πάµε κι όπου βγει», ειδικά όταν γνωρίζουµε ότι µε µαθηµατική ακρίβεια θα έρθουν τους επόµενους κιόλας µήνες έντονα φαινόµενα, που θα πρέπει να αντιµετωπίσουµε. Αυτή είναι η πρώτη διάσταση και καίρια για την προστασία των ανθρωπίνων ζωών. Σηµαντική, όµως, είναι και η έτερη οικονοµική διάσταση του ζητήµατος, σε αντίστοιχη έκθεση για την Ελλάδα, από την Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς, το κόστος, αν δεν λάβουµε µέτρα απέναντι στην κλιµατική κρίση, θα υπερβεί στο τέλος του αιώνα τα 700 δισ. ευρώ. Η αλήθεια είναι πως δεν θέλω να κινδυνολογώ και να δραµατοποιώ τις καταστάσεις, αλλά η περιφέρειά µας, η Αττική, βρίσκεται στην ώρα µηδέν.

Κάνουµε κάθε τόσο τον σταυρό µας και κοιτάµε τον καιρό, γιατί τίποτα δεν είναι προετοιµασµένο, ώστε να αντιµετωπίσει τα ακραία καιρικά φαινόµενα. Γι’ αυτό πρέπει επειγόντως να αναλάβουµε δράση. Τα λόγια και οι συγγνώµες µετά από κάθε καταστροφή πρέπει να σταµατήσουν. Ξεκινώντας από το τι κάνει ο κάθε φορέας, βήµα-βήµα να προχωρήσουµε και σε άλλα µέτρα. Εχουµε, ήδη, προτείνει τη χρήση των µέσων τεχνολογίας για την πρόληψη πληµµυρών και των πυρκαγιών στην Αττική. Παράλληλα, έχουµε ήδη επιστήσει την προσοχή για τη συντήρηση υποδοµών ζωτικής σηµασίας, όπως οι γέφυρες στον Κηφισό. Η πολιτική προστασία δεν είναι η αλλαγή jackets και το θλιµµένο επικοινωνιακό στυλ µετά τις καταστροφές. ∆εν γίνεται να παραµένουµε άπραγοι, µε τα χέρια σταυρωµένα, παρακολουθώντας την επόµενη καταστροφή να έρχεται.

Πρέπει να αναλάβουµε όλες και όλοι δράση για το περιβάλλον της Αττικής. Εχουµε τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις και στρατηγικές. Ας τις εντάξουµε στην ελληνική πραγµατικότητα, αφήνοντας πίσω την κακή ελληνική νοοτροπία του ωχαδερφισµού και της απραξίας.

*Επικεφαλής της µείζονος αντιπολίτευσης της Περιφέρειας Αττικής «Αττικός Κύκλος Συνεργασίας και Εµπιστοσύνης»